Οκτωβρίου 30, 2022

Πέτερ Βάις, Η δολοφονία του Μαρά (1964)


 Μιχάλη Πάτση 


Είναι ένα θεατρικό έργο που επεξεργάζεται τη δολοφονία του Μαρά ως θεατρικό δρώμενο. Προφανώς ο συγγραφέας θέλει να αφομοιώσει τη νέα τεχνική του αφηρημένου θεάτρου, του θεάτρου του παραλόγου ή του αποστασιοποιημένου θεάτρου με τη χαλαρή και λίγο ως πολύ άλογη μορφή του σε ένα σημαντικό ιστορικό γεγονός.



Ο Μαρά δολοφονήθηκε στις 13 Ιουλίου 1793 από τη Σαρλόντ Κορντέ, η οποία καταγόταν  από φτωχή αριστοκρατική οικογένεια από την Καν της Νορμανδίας. Η ίδια ένιωσε μεγάλη θλίψη και απογοήτευση με την δολοφονία του Λουδοβίκου 16ου και απώθηση για την Επανάσταση. Το 1793 στην Καν είχαν συγκεντρωθεί Γιρονδίνοι που ήθελαν να κάνουν πραξικόπημα. Η Κορντέ θέλησε να συμμετάσχει και αποφάσισε να δολοφονήσει τον Μαρά που τον θεωρούσε εμπνευστή του Εμφυλίου πολέμου.  Η ίδια καταδικάστηκε σε θάνατο, αλλά μετά το θάνατό της δοξάστηκε ως εθνική ηρωίδα γιατί σκότωσε τον τύραννο Μαρά, τον υμνητή της Τρομοκρατίας.

Το έργο αναφέρεται σε μια ιστορική εποχή της γαλλικής επανάστασης, αλλά δεν ασχολείται ιδιαίτερα με την ιστορική εποχή. Αυτό δεν είναι ιστορικό, ίσως είναι έργο για την πάλη των ιδεών.

Όλη η δράση μεταφέρεται στο  Άσυλο Φρενοβλαβών του Charenton. Σε αυτό το άσυλο ανεβαίνει η παράσταση της δολοφονίας του Μαρά και έτσι οι ηθοποιοί που υποδύονται τους ήρωες είναι όλοι ασθενείς αυτού του ασύλου. Αυτός που υποδύεται το Μαρά είναι ένας παρανοϊκός που του κάνουν υδροθεραπεία, η Κορντέ είναι πάσχει από κατάθλιψη, ο Μαρκήσιος Ντε Σαντ ο οποίος είναι ο δικαστής; ή ο εμπνευστής της τιμωρίας του Μαρά είναι έχει κλειστεί στο άσυλο σε σεξουαλικές καταχρήσεις.    

Η εξέλιξη του μύθου στο έργο αυτό γίνεται με έναν διαφορετικό και ασυνήθιστο τρόπο, αφού η παραδοσιακή πράξη του θεατρικού έργου, έχει αντικατασταθεί στην πραγματικότητα από άλλα μέρη που την τεμαχίζουν σε μικρές ενότητες. Το έργο αποτελείται από δύο πράξεις, μεταξύ τους ανομοιογενείς, αλλά μεγάλη σημασία έχουν οι μικρές θεματικές ενότητες, όπως «Ετοιμασία», «Τιμή στον Μαρά», «Πνιγμένη αναταραχή» κ.α. αυτές οι μικρές ενότητες είναι πολύ ζωτικής σημασίας και δημιουργούν το έργο. Σε πολλά σημεία ο μύθος εξελίσσεται με τραγούδια με έμμετρο λόγο.

Στο έργο συγκρούεται ο λόγος του Μαρά με τον λόγο του Σαντ. Ο ένας κοινωνικός, υπέρ της επανάστασης και των αλλαγών πάση θυσία,  ο άλλος πιο ατομικός, πιο εγωκεντρικός, πιο ανθρώπινος, αλλά και πιο εγωιστικός.  

Ανάμεσα στους δύο λες και υπάρχει σε ορισμένα σημεία αντιπαράθεση λόγων.  Ο Βάις θέλει να μιλήσει γι’ αυτή τη διαλεκτική του εικοστού αιώνα, την αντίθεση μεταξύ ατόμου και κοινωνικής αλλαγής. Δεν στέκεται με το μέρος της αλλαγής κατά τη γνώμη μου. Το έργο παραμένει μετέωρο. Ο ίδιος ο Βάις είχε δηλώσει πως είναι υπέρ της αλλαγής και μάλιστα είχε γράψει και ένα ιδιαίτερο επίλογο στο έργο που ανέβηκε μόνο μία φορά στο θέατρο του Ρσστόκ της Ανατολικής Γερμανίας, αλλά δεν ενσωματώθηκε στο έργο εφεξής.  

Η ευρηματικότητα του έργου αυτού βρίσκεται στο ότι ο Βάις βάζει τους ηθοποιούς να υποδύονται ταυτόχρονα δύo ρόλους, ένα του πάσχοντα ασθενή κυρίως με κάποιος ψυχολογικό νόσημα και ταυτόχρονα και το ρόλο του προσώπου.  Οι ηθοποιοί είναι υπαρκτοί αλλά λες και υποδύονται ιδέες, όπως γινόταν παλιότερα από τα έργα του Γκόρκι, όπου οι ήρωές του δεν ήταν σε πάντα πραγματικοί άνθρωποι, αλλά ήρωες ιδέες. Το ίδιο όπως γίνεται και στο θέατρο του παραλόγου από το οποίο το έργο αυτό δέχεται επιρροές. Η επιλογή για τα τραγούδια θυμίζει σε πολλούς τα έργα του Μπρεχτ, στα οποία η υπόθεση εξελίσσεται με τον τρόπο του έπους.

Η δύναμη του έργου αυτού στα πολλά επίπεδα ερμηνείας. Πολλοί ρόλοι, πολλοί ηθοποιοί, το σενάριο αφηρημένο και λίγο ως πολύ αποστασιοποιημένο από την εποχή μας.

Η υπόθεση του έργου αποτελεί μια υπενθύμιση και σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί ένα ξεχωριστό και νέο έργο. Υπενθυμίζει την υπόθεση Μαρά και δεν στοχεύει να δραματοποιήσει το θάνατό του, αλλά με βάση την υπόθεση εκείνη να συζητήσει για τον εγωισμό και την κοινότητα.