Ιουλίου 10, 2019

Ο σοβιετικός ελληνιστής Αντρέι Μπελέτσκι



Εις μνήμην Γραμματούλας Μπάτζιου



Α΄ Ο Μπελέτσκι γλωσσολόγος

Ο Μπελέτσκι τη δεκαετία του 1960
Κυκλοφόρησε πρόσφατα το βιβλίο με τα ποιήματα του Αντρέι Αλεξάντροβιτς Μπελέτσκι «Ποιήματα» (1961-1991) που γράφτηκαν από εκείνον απευθείας στα ελληνικά και παρέμεναν τουλάχιστον τριάντα περίπου χρόνια αδημοσίευτα. Το όνομα του Αντρέι Μπελέτσκι (1911-1995) σήμερα μάλλον δεν λέει κάτι στον μέσο έλληνα αναγνώστη, αλλά ούτε και στον αρκετά μορφωμένο. Η περίπτωση του μοιάζει με την περίπτωση ενός παλιού γνωστού, που κάποιος τον αναζητά, αφού ο χρόνος τον «έχει αποθέσει στο πίσω μέρος της μνήμης», μέχρι που αυτός ξανάρχεται στην επιφάνεια για κάποιον λόγο και πρέπει να τον ξαναθυμηθείς.

Έτσι, μου φαίνεται, πως μοιάζει και η περίπτωση του Μπελέτσκι, ο οποίος στις παλαιότερες δεκαετίες ήταν ο γνωστός ελληνιστής από τη Σοβιετική Ένωση και την Ουκρανία, ο μεγάλος Ρώσος και Ουκρανός ελληνιστής ο οποίος είχε κάνει τόσο συστηματική δουλειά για τη μελέτη της ελληνικής γλώσσας και του πολιτισμού στην ΕΣΣΔ και στις χώρες που δημιουργήθηκαν μετά τη διάλυσή της.


«Το όνομά του αν δεν είναι ψευδώνυμο, φανερώνει τη γερμανική καταγωγή του», σημειώνει ο εκδότης των ποιημάτων του μέσα σε ένα μετανεοτερικό πνεύμα. Και όσο να μας φαίνεται η παραπάνω διαπίστωση αρκετά αυθαίρετη, αφού ο Μπελέτσκι υπήρξε Ρώσος στην καταγωγή και στον τρόπο ζωής, θεωρούμε πως αυτή εκφράζει κάτι από τη σημερινή εποχή, στην οποία υπάρχει η ελεύθερη πολλές φορές επιλογή εθνικότητας ή υπηκοότητας ή η μεικτή αποδοχή τους, κάτι που φαίνεται και ο ίδιος ο Μπελέτσκι να πρεσβεύει.
Θα σημειώσω από την αρχή πως ο ίδιος ο Μπελέτσκι υποστηρίζει συχνά πως θέλει να λογίζεται Έλληνας και πως θεωρεί την Ελλάδα πατρίδα του.

«Και όμως εγώ ο ίδιος είμαι Έλληνας
αντίθετα στην εγγραφή που είναι στο διαβατήριο»

Και όσο η αγάπη του προς την Ελλάδα να βασίζεται στις κλασικές σπουδές, είναι τόσο αληθινή και ειλικρινής που νομίζουμε πως εκφράζει μια εποχή.
Έγραψα πως υπήρξε Ρώσος και Ουκρανός. Πράγματι και τις δύο εθνικότητες μπορούμε να τις βρούμε πάνω του, και οι δύο εθνικότητες διέπουν το έργο του, όπως και πολλούς άλλους πολίτες αυτών των χωρών που έμειναν γνωστοί σαν Σοβιετικοί άνθρωποι ή επιστήμονες.

Τον 21ο αιώνα στην Ουκρανία έχουν σημειωθεί αρκετές εκδόσεις για τον Μπελέτσκι, απλώς αυτές δεν έχουν βρει ανταπόκριση στον ελληνικό χώρο και δεν φαίνεται το έργο του να επηρεάζει και να μνημονεύεται από τους αντίστοιχους ελληνικούς τομείς έρευνας και διδασκαλίας. Επίσης στη χώρα του το έργο του μνημονεύεται και η έδρα ελληνικής γλώσσας του Πανεπιστημίου του Κιέβου έχει λάβει προς τιμή του και προς διαιώνιση της μνήμης του το όνομά του «Ανδρέας Μπελέτσκι».

Οι σπουδές – οι ελληνικές μελέτες

Ο Αντρέι Μπελέτσκι, λοιπόν, εισήχθη στην ελληνική ιστορία της μεταπολεμικής εποχής του εικοστού αιώνα, ως ο μεγάλος Ρώσος και Ουκρανός ελληνιστής. Σήμερα θα πρέπει να τον εξετάσουμε και σαν Έλληνα ποιητή, αν και καταλαβαίνουμε πως το κέντρο βάρους πέφτει στο μελετητικό του έργο, από το οποίο πηγάζει και η λογοτεχνία του.
Γεννήθηκε στο Χάρκοβο σε οικογένεια λογίων, οι οποίοι τον βοήθησαν να λάβει μόρφωση και να επιλέξει δρόμο ζωής αντίστοιχο με τις οικογενειακές παραδόσεις. Ο αδερφός του Πλάτων (1922-1998) έγινε μεγάλος ζωγράφος και πολύ σπουδαίος κριτικός τέχνης έφρασε να γίνει ακαδημαϊκός της Ουκρανίας.

Ο ίδιος ήθελε να σπουδάσει αστρονομία, βιολογία ή ζωγραφική, στράφηκε όμως στη φιλολογία. Η αγάπη του για την αστρονομία και τη ζωγραφική φαίνεται στα ποιήματα που κρατάμε στα χέρια μας, αφού σε αυτά πλεονάζει η πλαστική αναπαράσταση της πραγματικότητας.

Τα έτη 1929-1933 σπουδάζει στη Φιλολογική Σχολή του Ινστιτούτου Λαϊκής Εκπαίδευσης του Χαρκόβου, με ειδικότητα τις Ξένες Γλώσσες, (ρομανικές και γερμανικές). Το χρονικό διάστημα μεταξύ των ετών 1917 - 1933 δεν διδάσκονταν οι κλασικές σπουδές στην ΕΣΣΔ. Ο Μπελέτσκι όμως αυτά τα χρόνια των σπουδών του, 1929-33 όπως έχει και ο ίδιος έχει υποστηρίξει, διδάσκεται λατινικά και αρχαία ελληνικά, από τον πατέρα του Αλέξανδρο, κάτι που προφανώς είχε αρχίσει και πιο πριν. Ο Σωτήρης Δημόπουλος, στην εισαγωγή του («Τα Ποιήματα»), αναφέρει πως η διδασκαλία των κλασικών σπουδών αρχίζει από την ηλικία των 11 ετών, μήπως αρχαία ελληνικά άρχισε να μαθαίνει και σε μικρότερη ηλικία;

Πάντως η διερεύνηση της ζωής είναι γεμάτη μεγάλο θαυμασμό και ερωτηματικά, σχετικά με την τόσο καλή γνώση της ελληνικής, μιας γλώσσας που δεν τη διδάχθηκε με συστηματικό τρόπο.

Το Χάρκοβο ήταν μια πόλη που έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ιστορία της λογοτεχνίας της ΕΣΣΔ και της Ευρώπης ίσως, αφού εδώ το 1931 είχε γίνει η συνδιάσκεψη των Προλεταριακών Συγγραφέων με συμμετοχή και ξένων ποιητών (Πωλ Ελυάρ, Λουί Αραγκόν κ.α.).

Φαίνεται πως ο Μπελέτσκι στην αρχή της σταδιοδρομίας ασχολήθηκε και ο ίδιος με το βιβλίο στην κοινωνικοπολιτική του διάσταση, το λογοτεχνικό, το πολιτικό και το διδακτικό βιβλίο, αφού το 1930 και για λίγα έτη έγινε Βιβλιοθηκάριος και Υπεύθυνος της βιβλιογραφίας των Ουκρανικών Μαρξιστικών Λενινιστικών Ιδρυμάτων και μετά βιβλιοθηκάριος στο Ινστιτούτο των Ερυθρών Προφεσόρων.

Την περίοδο 1934-37 ασχολείται στο Χάρκοβο με τη μετάφραση τόσο αρχαίων συγγραφέων, όπως με τον Ηρόδοτο και δημιουργεί την «Ανθολογία των αρχαίων συγγραφέων» αλλά και με νεότερους αφού είναι ο πρώτος που μεταφράζει στα ουκρανικά σύγχρονους συγγραφείς (Βερν, Σκοτ, Μπαρμπύς).

Στο Χάρκοβο τη δεκαετία του 1930, εργαζόμενος
στις μεταφράσεις
Το 1937 στο ίδιο ίδρυμα του Χαρκόβου, (Ινστιτούτο Λαϊκής Εκπαίδευσης) που πια θα ονομάζεται Πανεπιστήμιο του Χαρκόβου και στη Φιλολογική Σχολή θα διδάξει Λατινικά και θα είναι υπεύθυνος στον Τομέα των Ξένων Γλωσσών. Εδώ δεν διδάσκεται η νέα ελληνικά, αλλά ίσως διδάσκεται η αρχαία ελληνική, η οποία πάντως στο συγκεκριμένο Πανεπιστήμιο μετά τον πόλεμο διδάσκεται πολύ συστηματικά και μάλιστα η καθηγήτρια Φρίντα Ιοσίφοβνα Λούτσκαγια υπήρξε συνεργάτις του Μπελέτσκι.

Ο Μπελέτσκι θα μείνει σε αυτή τη θέση στο Χάρκοβο ως τον Σεπτέμβριο του 1941, οπότε μέσα στην πολιτική της «εκκένωσης των εμπόλεμων περιοχών» που επιχειρεί το Σοβιετικό Κράτος θα μετεγκατασταθεί μαζί με πολλούς άλλους στη Σιβηρία, ο ίδιος στην πόλη Τομσκ.

Ο φιλόλογος είχε δύο μεγάλες αγάπες, όπως είχε γράψει, στην ερευνητική εργασία, τη γλωσσολογία και τις ελληνικές σπουδές, στα οποία συνδυάζονται και οι δραστηριότητές του για μελέτη των αρχαίων και νέων ελληνικών, της αρχαιολογίας-επιγραφικής, της ελληνικής διαλεκτολογίας. Στο Πανεπιστήμιο, στις βασικές σπουδές, φαίνεται να μαθαίνει Γλωσσολογία, ενώ ελληνικά φαίνεται να μελετά και να εμβαθύνει μόνος του. Πραγματικά η αφοσίωσή του στα ελληνικά καταδεικνύουν την αγάπη του για την Ελλάδα αλλά και τη επιδίωξή του να παραλάβει την ελληνική πολιτισμική ταυτότητα.

Το κείμενο της «Ομολογίας ενός φιλέλληνα» που παρατίθεται από τον Σ. Δημόπουλο στην εισαγωγή της ποιητικής συλλογής ρίχνει φως στις βαθύτερες υπαρξιακές του επιθυμίες και σκιαγραφεί το υποσυνείδητο του ανθρώπου που θα διαπρέψει στα ελληνικά.

Ευρισκόμενος στο Τομσκ, το 1943, υποστηρίζει διατριβή επί υφηγεσία. Θέμα της διατριβής «Η ονοματική σύνθεση στην ελληνική γλώσσα» (Τα σύνθετα ονόματα της νέας ελληνικής). Ο Μπελέτσκι είχε ετοιμάσει άλλο υλικό για τη διατριβή του, αλλά αυτό με θέμα την Αιγυπτιολογία, λόγω του πολέμου και της μεταφοράς του από το Χάρκοβο στο Τομσκ ... χάνεται. Έτσι «καθαρίζεται το τοπίο» μέσα του και επιλέγει να γράψει διατριβή για τα ελληνικά.

Στις αρχές του 1944 γίνεται δεκτός στην Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ, στο Ινστιτούτο Γλώσσας και Νόησης, για εκπόνηση διατριβής επί Καθηγησία. Είναι η εποχή που ο πόλεμος φαίνεται να κλίνει προς το μέρος των συμμάχων. Στην Ακαδημία γνωρίζεται και λαμβάνει βοήθεια από τον μεγάλο Ρώσο γλωσσολόγο Λέων Σέρμπα (1880-1944), ο οποίος κατά ομολογία του λατινιστή Γιούρι Σάνιν, τού συνιστά να μελετήσει το έργο του μεγάλου Γάλλου γλωσσολόγου Αιμίλ Μπενβενίστ και του Πολωνού γλωσσολόγου Γέζι Κουριλόβιτς με θέμα την ελληνική γλώσσα και μορφολογία, κάτι που θα βοηθήσει σημαντικά τον νεαρό επιστήμονα, γιατί την εποχή εκείνη στην ΕΣΣΔ κυριαρχούσε μια δογματική γλωσσολογική θεωρία.

Από τα τέλη του 1946 εγκαταλείπει τη Μόσχα και θα εγκατασταθεί στο Κίεβο, θα εργαστεί στο Πανεπιστήμιο της πόλης και στην Ακαδημία Επιστημών. Από το 1946 ως το 1987 θα ηγηθεί στην έδρα της «Γενικής γλωσσολογίας και της Κλασικής Φιλολογίας» του Πανεπιστημίου του Κιέβου, από το 1955 οι δύο έδρες θα ενωθούν.

Στην εισαγωγή της ποιητικής συλλογής (από τον Σ. Δημόπουλο) παρατίθενται με λεπτομερή τρόπο τα στοιχεία της επιστημονικής και ερευνητικής του ζωής στο Κίεβο, δηλαδή η διδασκαλία στο Πανεπιστήμιο, οι διαλεκτολογικές έρευνες στα χωριά των Ελλήνων του Ντονιέτσκ, της Μαριούπολης, καθώς και τις αρχαιολογικές έρευνες στην Κριμαία, οι μεταφράσεις και η ενασχόληση με την γλωσσολογία. Θα αναφερθούμε όμως σε μερικές πτυχές της ζωής του που αφορούν και στα ελληνικά.

Ο Μπελέτσκι πρέπει να χρωστά πολλά στον Σέρμπα γιατί αυτός τον οδήγησε έτσι ώστε να αποκτήσει αυτόνομη επαρκώς γλωσσολογική στάση για τα αρχαία ελληνικά, κάτι που σε λίγο θα τον φέρει αντιμέτωπο από το 1946 – 1950 με τις αντιεπιστημονικές μαρρικές απόψεις που κυριαρχούσαν στη σοβιετική γλωσσολογία της εποχής. Θα διαμορφώσει πρωτότυπη μορφοφωνολογική θεωρία για την ανάλυση των ριζών την ινδοευρωπαϊκών γλωσσών που θα την εκθέσει στο σύντομο μεθοδολογικό κείμενό του με τίτλο «Τα απλά και σύνθετα θέματα της ελληνικής» (1949) το οποίο θα αποτελέσει τη βάση για την διαμόρφωση του βιβλίου του «Οι αρχές των ετυμολογικών ερευνών στο παράδειγμα της ελληνικής», Κίεβο (1950), το οποίο με απόφαση της επιστημονικής επιτροπής θα αποτελέσει και τη διδακτορική του διατριβή που θα υποστηριχθεί λίγο αργότερα στο Ινστιτούτο Γλωσσολογίας της Ουκρανίας. Οι απόψεις του που τη δεκαετία του 1940 δεν μπορούσαν να δημοσιευθούν σε λίγο θα δικαιωθούν.

Έτσι το 1953 υποστηρίζει τη διατριβή του. Θα γίνει Καθηγητής.

Παράλληλα από εκείνα τα χρόνια και ως τα μέσα της δεκαετίας του 1970 θα είναι Υπεύθυνος της αρμόδιας «Επιτροπής» του Υπουργείου Παιδείας της ΕΣΣΔ για την «Κλασική Φιλολογία» στη οποίαν συμμετείχαν κλασικοί φιλόλογοι από όλες τις μεγάλες πόλεις των Δημοκρατιών και από τα Πανεπιστήμια που διδάσκονταν τα αρχαία ελληνικά και τα λατινικά σημαντικοί καθηγητές, όπως ο Ησαΐας Νάχοφ (Μόσχα), ο Γιούρι Οτκουπσικόφ (Λένινγκραντ), ο Γιούρι Σάνιν (Κίεβο), ο Ακάκιος Ουρουσάντζε (Τυφλίδα) κ.α.

Το 1986  στην είσοδο του Πανεπιστημίου Ταράς Σεφτσένκο με τα μέλη
της έδρας κλασικής φιλολογίας και γλωσσολογίας. Ο Μπελέτσκι
στο κέντρο της φωτογραφίας. 
Μετά τον Μπελέτσκι υπεύθυνος κατέστη ο Ησαΐας Νάχοφ, ένας αξιλολογος φιλόλογς από τη Μόσχα. Μεταγενέστερα υπεύθυνη σε αυτή την επιτροπή (UMO) έγινε η Μαρίνα Σλαβιατίνσκαγια.

Το 1988-89 θα μεταφράσει όλα τα βιβλία του Ηροδότου στα ουκρανικά, κάτι που έγινε πρώτη φορά.

Στην προσωπική του ζωή θα παντρευτεί με την Τατιάνα Τσερνισόβα μια φωτισμένη φιλόλογο και θα ζήσουν μαζί αρκετά χρόνια. Στα τέλη της ζωής, τη μετασοβιετική εποχή, θα ξαναπαντρευτεί και θα απομακρυνθεί από το Κίεβο.


Η ελληνική γλώσσα – η γνωριμία με την Ελλάδα

Στις αρχές του 1944 όταν εκείνος φτάνει στη Μόσχα από το Τομσκ για να παρακολουθήσει το πρόγραμμα της Ακαδημίας Επιστημών και γνωρίζεται με τον καθηγητή Σέρμπα, την ίδια σχεδόν εποχή προσλαμβάνεται να διδάξει στη Διπλωματική Ακαδημία της Μόσχας Νέα Ελληνικά. Οι σοβιετικοί παλιότερα και οι Ρώσοι σήμερα, γενικώς, αποδίδουν μεγάλη σημασία στη διδασκαλία των ξένων γλωσσών και της ελληνικής για τους διπλωμάτες τους και συνήθως οι Ρώσοι διπλωμάτες που θα εργαστούν στην Ελλάδα γνωρίζουν καλά ελληνικά. Πολύ περισσότερο που τότε οι εποχές ήταν δύσκολες και αρκετά πολύπλοκες, στα τέλη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και στις αρχές του Εμφυλίου, γι’ αυτό μπορούμε να καταλάβουμε πως η σοβιετική κυβέρνηση θα τοποθετούσε σε αυτές τις εργασίες τους καλύτερους ειδικούς. Και ο Μπελέτσκι ήταν από τους καλύτερους νέους ελληνιστές.

Αν θελήσουμε να διαπιστώσουμε πώς έγινε ο Μπελέτσκι τόσο σπουδαίος διδάσκαλος της νέας ελληνικής θα πρέπει να οδηγηθούμε στο εργαστήρι του κλασικού φιλολόγου ή καλύτερα στο εργαστήρι του γλωσσολόγου και να διερευνήσουμε όλη τη μεθοδολογική εργασία στην εκμάθηση των ξένων γλωσσών.

Ο ίδιος στην αυτοβιογραφία του ομολογεί πως «έμαθε τη νέα ελληνική με αυτομόρφωση». Με δική του λοιπόν μέθοδο, η οποία δεν στηρίζεται στην επικοινωνία, μαθαίνει νέα ελληνικά σε βαθμό που να μπορεί να τα διδάξει και να γράψει εγχειρίδια γι’ αυτή. Ο Μπελέτσκι καταλαβαίνει τη γλώσσα ως στοιχείο εμπλουτισμού της προσωπικότητας και της διάνοιας του ομιλητή και γι’ αυτό κρίνεται σημαντική η σωστή εκμάθησή της.

Αν πράγματι ο Μπελέτσκι κατόρθωσε μόνος να μάθει ελληνικά, τότε θα πρέπει να πούμε πως μια ζωντανή γλώσσα μπορεί να διδαχθεί με τις μεθόδους με τις οποίες διδάσκεται μια νεκρή γλώσσα ή μια γλώσσα που δεν ομιλείται τόσο συχνά. Βέβαια, αν και οι συνθήκες απομόνωσης της ΕΣΣΔ έθεταν επιπλέον προβλήματα, με τεχνικές που ενέπλεκαν τον μαθητευόμενο στη γνωστική διαδικασία υπήρχαν αξιόλογα αποτελέσματα, δηλαδή με τεχνικές αυτοαναφοράς, επανάληψης ή ταυτόχρονης μετάφρασης.

Το 1950 δημοσιεύεται η εργασία του «Συνοπτικό δοκίμιο γραμματικής της νεοελληνικής γλώσσας», το οποίο παρατίθεται στο τέλος του «Ελληνορωσικού Λεξικού» της Α. Ιωαννίδη, το λεξικό που ακόμα και σήμερα χρησιμοποιείται. Στο σύντομο αυτό γραμματικό οδηγό ο Μπελέτσκι αποδέχεται μια περιγραφική μελέτη της ελληνικής γλώσσας, προάγοντας την άποψη για δύο μορφές της ελληνικής κατά το 19ο αιώνα αλλά και ως τα μέσα του 20ου αιώνα. Αυτές τις δύο μορφές τη δημοτική και την καθαρεύουσα περιγράφει στο σύντομο δοκίμιο και καταλαβαίνουμε πως αυτές διδάσκει στην Διπλωματική Ακαδημία λίγα χρόνια πριν. Το δοκίμιο αυτό αποτελεί εξαιρετικό δείγμα γλωσσολογικής εργασίας, το οποίο στηρίζεται στην ευρωπαϊκή και αμερικανική βιβλιογραφία για την ελληνική γλώσσα. Κύριο στοιχείο του η ακρίβεια και η σαφήνεια, βοηθά τον αναγνώστη και τον μελετητή. Μοιάζει σε ένα βαθμό με τη Συνοπτική Ιστορία της Ελληνικής Γλώσσας (1985) του Γ. Μπαμπινιώτη, αλλά κατά την ταπεινή μου γνώμη το έργο του Μπελέτσκι στα θέματα που συμπίπτει με του Μπαμπινιώτη τα εξετάζει με μεγαλύτερη σαφήνεια.

Η ρωσική γλωσσολογική μελέτη της ελληνικής γλώσσας διατήρησε αυτή την αρχή του Μπελέτσκι και αντιμετώπιζε την ελληνική του 19ου αιώνα ως μια γλώσσα που είχε δύο μορφές, τη δημοτική και την καθαρεύουσα, μελετώντας ταυτόχρονα και τις δύο.
Στην έδρα της «Γενικής Γλωσσολογίας και Κλασικής Φιλολογίας» την οποία διευθύνει, από το 1958 εισάγεται η διδασκαλία της Νέας Ελληνικής, ίσως μάλιστα και λίγο πιο πριν. Στο Πανεπιστήμιο του Κιέβου μεταφράζονται πρώτη φορά σε γλώσσα της Σοβιετικής Ένωσης, έργα του Νίκου Καζαντζάκη στα ρωσικά, «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται» (1958), στα ουκρανικά, και άλλα έργα του ίδιου συγγραφέα ή και άλλων μεταγενέστερα.

Το 1958 στην περιοχή των Ελλήνων Τσαρντακλί-Μανιγιανίσολ
με άλλους φιλολόγους, δεύτερος από αριστερά ο Μπελέτσκι, τρίτη
η Τατιάνα Τσερνισόβα. 
Η Ελλάδα πρώτη φορά θα δει την Μπελέτσκι το 1957, στις 6 Ιουνίου έρχεται μαζί με άλλους καλλιτέχνες και συγγραφείς στην Αθήνα. Η σοβιετική αντιπροσωπεία στην οποία συμμετέχουν εκτός του Μπελέτσκι οι συγγραφείς Η. Έρενμπουργκ, Μπ. Πολεβόι, ο αρχιτέκτονας Μιχαήλ Ποσόχιν και ο Κ. Σεμενέκ και η οποία έφτασε στην Αθήνα μέσω Ελβετίας, το βράδυ της 6 Ιουνίου εκείνης της χρονιάς (στο βιβλίο «Ποιήματα» γράφεται εκ παραδρομής πως η επίσκεψη έγινε το 1956) είναι καλεσμένη από την ελληνική επιτροπή της ειρήνης. Σκοπό της είχε να συμβάλει στην καλυτέρευση των σχέσεων με την Ελλάδα, εκείνη την περίοδο του ψυχρού πολέμου. Στο Αεροδρόμιο του Ελληνικού περίμεναν την αντιπροσωπεία συγγραφείς και παράγοντες της Ελλάδας, όπως ο Γ. Ρίτσος, ο Μ. Αυγέρης, ο Δημοσθένης Δανιηλίδης, ο Χαράλαμπος Θεοδωρίδης, βουλευτές της αριστεράς και παράγοντες. Εκεί στις 21.30 το βράδυ αμέσως μετά την άφιξή της, δόθηκε από τα γνωστά μέλη της (Έρενμπουργκ, Πολεβόι) συνέντευξη και ο Μπελέτσκι κάλυψε τα ερωτήματα σχετικά με την ελληνική λογοτεχνία. Εκεί ο Αντρέι Αλεξάντροβιτς παρουσιάστηκε καλός γνώστης για το έργο του Καζαντζάκη και της ελληνικής λογοτεχνίας, αλλά και έξυπνος φιλόλογος, αφού μίλησε και τις επόμενες μέρες και για το έργο των Βάρναλη, Βενέζη, Μυριβήλη, Τσίρκα, Κατηφόρη, Λουντέμη, Κατηφόρη, Λεβάντα, Ρίτσου κ.α.

Η αντιπροσωπεία ταξίδεψε στην Ολυμπία, στις Μυκήνες και ο Μπελέτσκι με τον Έρενμπουργκ στις 19 Ιουνίου ταξίδεψαν αεροπορικώς στο Ηράκλειο της Κρήτης, ενώ τα άλλα μέλη της αντιπροσωπείας στη Θεσσαλονίκη. Επισκέφθηκε την Κνωσό και το Μουσείο Ηρακλείου.

Οι εφημερίδες κάλυψαν την επίσκεψη εκτεταμένα και η ελληνική κοινή γνώμη έμαθε τον Ρώσο ελληνιστή, ο οποίος μιλούσε άψογα ελληνικά και γνώριζε τον πολιτισμό της χώρας. Στην επίσκεψη αυτή ο Μπελέτσκι «κέρδισε» το ελληνικό κοινό και τους Έλληνες διανοούμενους. Ο ίδιος γνωρίστηκε με την ελληνική πανεπιστημιακή και λοιπή διανόηση της εποχής και έγινε κοινωνός των προβλημάτων της Ελλάδας.

Επομένως όλα τα παραπάνω μας δείχνουν πως ο Μπελέτσκι είναι ένας θεμελιωτής, ένας πρωτοπόρος της ελληνορωσικής λογοτεχνικής και πολιτισμικής επικοινωνίας τον 20ο αιώνα. Είναι ένας πρωτοπόρος στην εισαγωγή της ελληνικής στα σοβιετικά και ρωσικά πανεπιστήμια.

Υπήρξε ένας άνθρωπος που έκανε πολλά όχι μόνο εξαιτίας της εργασίας του, αλλά και λόγω μιας εσωτερικής φλόγας που τον έτρωγε να φέρει πιο κοντά και να γνωρίσει δύο λαούς τον ρωσικό και τον ελληνικό. Αναγκαστικά αποτελεί δείγμα του μεταπολεμικού ανθρώπου που εργάστηκε για την ειρήνη ανάμεσα στους λαούς και την καλύτερη γνωριμία των λαών.

Υπήρξε ένας ελληνιστής που αφοσιώθηκε στο έργο του από εσωτερική παρόρμηση και διέπρεψε σε πολλούς τομείς όπως στην καθιέρωση της διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής τα σοβιετικά πανεπιστήμια, στη διάδοση της αρχαίας γλώσσας, στην καθιέρωση της Νέας Ελληνικής στα πανεπιστήμια της πρώην ΕΣΣΔ και στη ζωή, στη μετάφραση ελληνικών έργων, αρχαίων και νέων με μεταφράσεις υψηλού επιπέδου, εργάστηκε για τη μελέτη των διαλέκτων της ελληνικής γλώσσας της Ουκρανίας και της Ρωσίας, εργάστηκε για τη μελέτη των επιγραφών των ανασκαφών της Κριμαίας, έθεσε τα θεμέλια αυτής της δραστηριότητας που και σήμερα είναι αγαπητή ανάμεσα στους κλασικούς φιλολόγους.

Υπήρξε άνθρωπος υψηλού ήθους. Το 1992 έπρεπε να μετακινηθεί στην μικρή πολιτειούλα Μπούτσα πλησίον του Κιέβου και για να μπορέσει να αγοράσει το μικρό διαμέρισμα έπρεπε να πουλήσει όλη τη βιβλιοθήκη του και αυτό έκανε. Ο Μπελέτσκι υπήρξε άνθρωπος με ήπιο δημοκρατικό ήθος και ακολούθησε το λαό του στις επιλογές του, κατανοώντας πως την εποχή του οι καιροί είχαν αλλάξει.




Σήμερα οι εποχές με τις ελληνικές σπουδές είναι λίγο διαφορετικές. Η αναφορά στον Μπελέτσκι μας παραπέμπει σε μια άλλη φάση των ελληνικών σπουδών, πιο ρομαντική, πιο ολιγαρκή και βαθύτερη, σίγουρα πιο στοχοπροσηλωμένη στο μορφωτικό αγαθό του ελληνικού πολιτισμού που από την επικοινωνία με αυτό οι άνθρωποι γίνονταν καλύτεροι και στον κόσμο και στην Ελλάδα. Η φάση αυτή της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου, διήρκεσε τουλάχιστο ως τη δεκαετία του 1980.


Έργα του Α.Α. Μπελέτσκι

Παραθέτουμε μόνο ένα μικρό μέρος των μελετών του Μπελέτσκι. 'Όποιος επιθυμεί εδώ θα βρει μια μεγάλη μελέτη της Ουκρανικής Ακαδημίας Επιστημών για το έργο του ελληνιστή με τίτλο «Το αρχείο των Ουκρανών φιλολόγων Α. Μπελέτσκι και Τ. Τσερνισόβα» στο οποίο οι Ουκρανοί μελετητές Τσερνούχιν, Γόρμπατς και άλλοι παρουσιάζουν το έργο του, σ. 5-124 όσο και το έργο της Τατιάνας Τσερνισόβα, σ. 125-181. Στο τέλος παρουσιάζεται φωτογραφικό υλικό και περιεκτικά περιεχόμενα καθώς και ονοματικοί οδηγοί. 

       1. Принципы этимологических исследований. — К., 1950.
      Αρχές των ετυμολογικών ερευνών, Κίεβο 1950

      2. Проблема изучения негреческих собственных имён греческих эпиграфических
        памятников Северного Причерноморья. — К., 1952. -
       Το πρόβλημα της μελέτης των μη ελληνικών κυρίων ονομάτων των ελληνικών              επιγραφικών μνημείων του βόρειου Εύξεινου Πόντου. Κίεβο 1952
    3. Проблема мови скіфів // Мовознавство. — 1953. — Т. 11.
    Το πρόβλημα της γλώσσας των Σκύθων, // Γλωσσολογία, 1953, Τ. 2.

    4. Греческая топонимика Крыма. — Ленинград, 1961.
    Τα ελληνικά τοπωνύμια της Κριμαίας, Λένινγκραντ 1961. Στα ελληνικά το προφανώς έργο αυτό έχει τον εξής τίτλο «Τα ελληνικά τοπωνύμια της Κριμαίας και το γλωσσικό ιδίωμα των Ελλήνων της Ουκρανίας». Αθήνα, 2009

    5.Греческие надписи на мозаиках Софии Киевской // Мозаики Софии Киевской. — Москва, 1961. Οι ελληνικές επιγραφές της Αγίας Σοφίας του Κιέβου. Μόσχα 1961.

    6. Основные линии развития фонематических систем индоевропейских языков и проблема реконструкции доисторических систем. — Москва, 1964. - Βασικές γραμμές ανάπτυξης των φωνηματικών συστημάτων των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών και το πρόβλημα της αποκατάστασης των προϊστορικών συστημάτων, Μόσχα 1964
          7. Лексикологія та теорія мовознавства. — К., 1972. - Λεξικολογία και 
            Γλωσσολογία, Κίεβο 1972


Η Γραμματούλα Μπάτζιου υπήρξε Ελληνίδα φιλόλογος που υπηρέτησε στη Μαριούπολη. Καταγόταν από οικογένεια πολιτικών προσφύγων, εργάστηκε με αυταπάρνηση και υπομονή με τα ελληνόπουλα της ΕΣΣΔ,  και έκανε πολλά για τη διάδοση του έργου του Μπελέτσκι. Έφυγε νέα ας  είναι αιώνια η μνήμη της. 


Βιβλιογραφία
-"Білецький А.О. Вибрані праці" (составители: Клименко, Карпиловская, Савенко)

-Έδρα Ελληνικών Σπουδών. Κέντρο Ελληνικών Μελετών και Ελληνικού Πολιτισμού “Ανδρέας Μπελέτσκι” http://iason.auth.gr/node/49

- Αντρέι Αλεξάνδροβιτς Μπελέτσκι, Ποιήματα (1961-1991), Αθήνα 2019, εισαγωγή Σωτήρης Δημόπουλος, σ.7-32



Νέα Ιωνία 10.07.2019