Μιχάλης Πάτσης
Λόγγου,
«Δάφνης
και Χλόη»
Αρχαίο
μυθιστόρημα
1880 Pierre Auguste Cot - The Storm |
Ο «Δάφνις και Χλόη»
είναι ένα από τα πιο ονομαστά ελληνικά
αρχαία μυθιστορήματα κυρίως για το θέμα
του, το οποίο αναφέρεται στον έρωτα δύο
νέων βοσκών του Δάφνη και της Χλόης,
αλλά και για την αλήθεια και ειλικρίνεια
που το αναπτύσσει.
Συγγραφέας του
είναι ο Λόγγος ο οποίος έζησε κατά πάσα
πιθανότητα έτι νησί της Λέσβου. Το όνομα
του μάλλον αποτελεί ψευδώνυμο. Πιστεύεται
πως έζησε το 2ο – 3ο αιώνα μ. Χ. Το όνομά
του εμείς το δίνουμε με τον τόπο καταγωγής
του, δηλαδή τη Λέσβο, έτσι ώστε οι νέοι
αναγνώστες να καταλάβουν καλύτερα τον
άνθρωπο.
Το έργο αυτό
αποτελείται από τέσσερα βιβλία. Αυτά
αναπτύσσουν το ίδιο θέμα, της σωτηρίας
και γνωριμίας των δύο παιδιών, της
φιλίας, της συμπάθειας και του έρωτα
που θα αναπτύξουν μεταξύ τους, που αφού
περάσουν πολλές περιπέτειες και δυσκολίες
τελικά με τη σύμφωνη γνώμη των θεών και
των γονέων τους θα οδηγηθούν στο γάμο.
Ο τίτλος του στις
διάφορες εκδόσεις άλλοτε είναι
«Ποιμενικά», άλλοτε «Δάφνης και Χλόη».
Αυτό αναφέρεται στην αγάπη και στον
έρωτα δύο βοσκών και είναι δείγμα της
αρχαίας ειδυλλιακής λογοτεχνίας ή
ποιμενικής λογοτεχνίας που ξεκίνησε
στην ποίηση από τον Θεόκριτο, πολλά
χρόνια πριν.
Το έργο αυτό αν
και γράφτηκε στην αρχαιότητα δεν χάθηκε
κατά τα βυζαντινά χρόνια.
Μάλιστα ο πατριάρχης Φώτιος μας
πληροφορεί πως τότε διαβαζόταν. Το ίδιο
ισχύει και για την Αναγέννηση. Έτσι το
1510 μεταφράζεται στα γαλλικά. Μετά από
αυτή την έκδοση οι ελληνιστές, δηλαδή
οι επιστήμονες που ασχολούνταν με τα
αρχαία ελληνικά, ανακάλυψαν πως υπήρχε
στη βιβλιοθήκη της Φλωρεντίας ένα άλλο
χειρόγραφο που περιείχε ένα κεφάλαιο
περισσότερο. Έτσι το 1810 ο Γάλλος
ελληνιστής Πωλ – Λουίς Κουριέρ εκδίδει
το έργο ολοκληρωμένο, συμπληρώνοντας
το πρώτο βιβλίο που έλειπε από τις
παλιότερες εκδόσεις.
Το έργο έχει
επηρεάσει τις τέχνες και έτσι μπορούμε
να βρούμε πολλούς πίνακες ζωγραφικής
με αυτό το θέμα, το μπαλέτου του Μωρίς
Ραβέλ με τον ίδιο τίτλο και δύο
κινηματογραφικές ταινίες για το θέμα,
την ασπρόμαυρη του βωβού κινηματογράφου
του Ορέστη Λάσκου (1931) και του Ρώσου
Γιούρι Κουζμένκο (1993) με τον ίδιο τίτλο.
Η γλώσσα του
έργου
Το έργο του «Δάφνις
και Χλόη» είναι γραμμένο στα ελληνικά
της ελληνιστικής εποχής, στην κοινή
ελληνιστική. Σε αυτή τη γλώσσα έχουν
γραφτεί τα «Ευαγγέλια». Έτσι η γλώσσα
έχει απομακρυνθεί από την αρχαία
ελληνική και έχει στοιχεία που βρίσκουμε
στο νέα ελληνικά.
Επομένως δεν
διαθέτει πολλούς παρακειμένους και
υπερσυντέλικους, δεν διαθέτει πολύ
συχνά τη σύνταξη του απαρεμφάτου την
ταυτοπροσωπία και ετεροπροσωπία, δεν
διαθέτει την απρόσωπη σύνταξη. Οι
προτάσεις συνδέονται μεταξύ τους με
παράταξη και όχι με υπόταξη. Οι προτάσεις
δεν είναι μεγάλες είναι μικρές. Τα
ονόματα είναι κυρίως απλά και παράγωγα,
απουσιάζουν τα σύνθετα μεγάλα ουσιαστικά.
Όλα τα παραπάνω
δηλώνουν πως η γλώσσα του είναι η κοινή
και όχι η αττική διάλεκτος όπως
γράφουν άλλοι συγγραφείς της εποχής
στα πλαίσια της Β΄ Σοφιστικής.
Επίσης η γλώσσα
του μας δηλώνει ως ο συγγραφέας θέλει
το έργο του να διαβαστεί από πολλούς,
από το ευρύ κοινό και όχι από τους
μορφωμένους, και γι’ αυτό γράφει απλά.
Αν λάβουμε υπόψη μας πως ο ίδιος ίσως
ζει στη Λέσβο τότε αυτό αποδεικνύει πως
και στον καθαυτό ελλαδικό χώρο είχε
διαδοθεί η κοινή και όχι μόνο στις
αποικίες των Μακεδόνων.
Άραγε αποτελεί
μειονέκτημα του έργου ότι αυτό είναι
γραμμένο στην κοινή ελληνιστική; Όχι
σε καμία περίπτωση γιατί η κοινή είναι
η ελληνική γλώσσα της οικουμένης της
εποχής. Είναι η ελληνική που μπορούν να
διαβάσουν πολλά διαφορετικά έθνη και
λαοί. Είναι και αυτή σπουδαία έργα και
η συγγραφή του «Ευαγγελίου» και των
άλλων έργων καταδεικνύουν τη σπουδαιότητα
και τη σημασία της.
Η κοινή μάς
πληροφορεί πως η αρχαία ελληνική δέχθηκε
αλλαγές στην ιστορική εξέλιξη. Είναι η
γλώσσα που βοήθησε το χριστιανισμό να
καθιερωθεί και να γίνει παγκόσμια
θρησκεία. Αυτή βοήθησε τη συγκεκριμένη
θρησκεία να διατυπώσει τις απόψεις της
και να συζητήσει τα δόγματα και την
πίστη της. Επίσης αυτή έλαβαν ως βάση η
λατινική αλλά και οι σλαβικές γλώσσες
στη μετάφραση των έργων της χριστιανικής
πίστης. Επομένως η κοινή ήταν μια σπουδαία
και λειτουργική γλώσσα.
Ο μύθος
Ο Δάφνης και η Χλόη
είναι δύο έκθετα παιδιά. Οι γονείς τους
για λόγους που στο τέλος ανακοινώνεται,
τα εγκατέλειψαν στην ύπαιθρο. Σκοπός
του καθενού από τους γονείς ήταν να
απαλλαγεί από το παιδί, αλλά και να το
μεγαλώσει κάποιος άλλος, αν γινόταν
δυνατόν. Άφησαν όμως με τα παιδιά πλούσια
δώρα, κάτι που θα δηλώνει οπωσδήποτε
την καταγωγή τους στους νέους θετούς
γονείς, με σκοπό ένα καλύτερο μέλλον.
Αυτό το τέχνασμα στην έναρξη του έργου
θα το χρησιμοποιήσουν και άλλοι συγγραφείς
ακόμα και στον εικοστό αιώνα, όπως ο
Τόμας Μαν στο έργο του «Ο εκλεκτός».
Τα παιδιά μένουν
σε δύο οικογένειες, γειτονικές κάπου
στη νότια Λέσβο, κοντά στη Μυτιλήνη.
Από την παιδική τους ηλικία γνωρίζονται
και κάνουν παρέα. Ο Δάφνης είναι πολύ
καλός βοσκός και βόσκει με μεγάλη
επιδεξιότητα το κοπάδι του, τα γιδοπρόβατά.
Είναι επιδέξιος παίχτης φλογέρας. Η
Χλόη αν και κορίτσι είναι και αυτή πολύ
καλή βοσκός. Σκαρίζουν τις στάνες τους
μαζί και με την πάροδο των χρόνων έρχονται
όλο και πιο κοντά. Τους αρέσει να αφήνουν
εκεί κοντά λουλούδια προσφορά στις
Νύμφες και στον Πάνα, τους οποίους πολύ
συχνά στολίζουν με ωραία στεφάνια.
Είναι πραγματικοί
φίλοι ο ένας για τον άλλον και ακόμα οι
επιθέσεις των Μυθημναίων πειρατών δεν
μπορεί να τους χωρίσει. Αυτοί θα κλέψουν
τα γιδοπρόβατα των παιδιών και θα πάρουν
και τη Χλόη μαζί τους «λάφυρο». Όμως με
παρέμβαση του Πάνα θα την αφήσουν, μαζί
με τα πρόβατα που είχαν βάλει μέσα στα
καράβια τους. Έτσι ο θρήνος του Δάφνη
θα σταματήσει και η υπόσχεση των Νυμφών
θα υλοποιηθεί. Στο έργο η Μύθημνα
προβάλλει πολεμοχαρής. Εμείς έχουμε τη
γνώμη πως σήμερα η περιοχή αυτή μαζί με
τον Μόλυβο είναι αρκετά ειρηνική και
ήπια. Στην αρχαιότητα όμως ήταν αλλιώς
τα πράγματα! Από αυτά τα μέρη είναι και
ο εξαίρετος στιχουργός και ποιητής
Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο οποίος μας
μετέφερε μια ήπια νότα ζωής στο έργο
του.
Τα παιδιά
ανακαλύπτουν πως αγαπούν ο ένας τον
άλλον, αλλά δεν ξέρουν τι πραγματικά
είναι ο έρωτας. Όμως δεν τους πειράζει
κάτι! Ξέρουν να αγκαλιάζονται και να
φιλιούνται στα χωράφια και στις πλαγιές
μέσα στον ήλιο, αλλά δεν γνωρίζουν την
ερωτική πράξη για την οποία δεν τους
πάει καθόλου μα καθόλου στο μυαλό, γιατί
δεν γνωρίζουν. Έτσι η πληθώρα των φιλιών
απ΄τη μια τους δίνει χαρά, αλλά τούς
δημιουργεί παράλληλα και μεγάλο πρόβλημα
γιατί αυτό δεν λύνει όλη εκείνη την ορμή
που έχουν στα στήθη του ο κάθε ερωτευμένος.
Ο βοσκός Φιλητάς
έρχεται να τους μιλήσει για τον έρωτα
και να τους εξηγήσει πως δεν φτάνει μόνο
να φιλιούνται αλλά θα πρέπει να κάνουν
και κάτι περισσότερο. Αυτό είναι που
επιβάλει ο θεός Έρωτας αλλά και ο Πάνας,
και τα παιδιά δεν πρέπει να τον
αποστρέφονται. Δεν τους ανοίγει τα μάτια
για τα καθέκαστα του έρωτα, αυτό θα
πρέπει οι ίδιοι να το βρουν!
Ο Γκαίτε είχε
παρατηρήσει την γαλήνη και το μέτρο που
νιώθουν τα παιδιά μέσα στην ερωτική
φουρτούνα τους που δεν μπορούν να
ειρηνεύσουν και να οδηγηθούν στην
ερωτική πράξη. Θεωρεί πως σε αυτό
βασιλεύει το καθάριο φως και αποτελεί
ένα παράδειγμα για τους σημερινούς
λαούς στις δύσκολες εποχές που διανύουμε.
Ο Γκαίτε έζησε βέβαια πριν από 200 και
παραπάνω χρόνια, αλλά καταλαβαίνουμε
πως σήμερα τα προβλήματα της εποχής
έχουν επιδεινωθεί. Και εδώ δεν μπορώ να
μην θυμηθώ τους στοχασμούς του Μ.
Καραγάτση από τη «Μεγάλη Χίμαιρα»
σχετικά με τον έρωτα στην αρχαιότητα
και την σπουδαιότητα που απέδιδαν οι
αρχαίοι σε αυτόν, αγιάζοντάς τον και
θέτοντας στην καθημερινή τους λατρεία. Ενώ στην εποχή μας ο έρωτας είναι αμαρτία και δημιουργεί ενοχές. Αυτές τις ενοχές είναι που προσπαθεί να ερμηνεύσει η σύγχρονη λογοτεχνία.
Στο έργο τα νέα
παιδιά προβληματίζονται για πολλά: για
το πώς είναι ο έρωτας, για το αν αυτός
μοιάζει με τη σεξουαλική σχέση των ζώων
ή διαφέρει, για το αν πρέπει να γίνεται
με αυτόν τον τρόπο ή όχι; Αλλά και όταν
ο Δάφνης μαθαίνει για τον έρωτα έχει
σοβαρούς ενδοιασμούς αν πρέπει να
προχωρήσει σε αυτόν αφού στη σκέψη του
συνδέεται με το αίμα της πρώτης φοράς,
κάτι που στο παιδικό του μυαλό γεννά
την αποστροφή.
Αυτό θα οδηγηθεί
στο ευχάριστο τέλος με την αποκάλυψη
της ιστορίας των παιδιών αλλά και του
γάμου που θα τελεστεί. Όμως ο «Δάφνης
και Χλόη» δεν είναι το ευτυχές τέλος
και το συνταίριασμα του γάμου.
Το έργο προβάλει
την ελευθερία που νιώθει ο άνθρωπος
ζώντας με τους κανόνες της φύσης, την
ελευθερία και την αρμονία της γεωργικής
και της κτηνοτροφικής ζωής, δηλαδή μιας
ζωής κοντά στη φύση και στους κανόνες
της. Αυτό, επίσης, προβάλει την αγάπη
και την αφοσίωση των ανθρώπων. Σκιαγραφεί
το έρωτα σαν κανόνα ζωής αλλά και σαν
αρμονία των ανθρώπων, χωρίς ο αναγνώστης
να μπορεί να βρει ένα αρνητικό σημαδάκι
σε αυτόν. Ο έρωτας, στο έργο, είναι ο
έρωτας πρότυπο που ανεβάζει τον άνθρωπο
στα ανώτερα σκαλοπάτια της ύπαρξης και
της τελείωσης.
Στην εποχή μας τα
πράγματα είναι μάλλον πολύ διαφορετικά,
αφού ο άνθρωπος έχει κάνει τον έρωτα
κυρίως θέαμα με σκοπό την καλύτερη βίωσή
του. Η σημερινή εποχή είναι ίσως πιο
ειλικρινής εποχή, αλλά και αυτή η
ειλικρίνεια για ποιον είναι;
Διάβαζα το «Το
ζώο που ξεψυχά», μια νουβέλα του Φίλιπ
Ροθ, τος ερωτικές σχέσεις ενός μεγάλου
στην ηλικία καθηγητή και μιας νεαρότερής
του φοιτήτριάς του. Οπωσδήποτε σήμερα
για να μιλήσεις για τον έρωτα σε κάποια
έργα θα πρέπει να μιλήσεις με την
ρεαλιστικότητα του λεξιλογίου ταμπού.
Ίσως είναι απαραίτητο να πεις τα πράγματα
με το όνομά τους. Ίσως επίσης είναι και
απαραίτητο να μιλήσεις για τις
σαδομαζοχιστικές σχέσεις που πλαισιώνουν
πολύ συχνά στις ερωτικές σχέσεις. Ίσως
πρέπει να μιλήσεις με μεγάλη ακρίβεια
για τις ερωτικές σχέσεις, μετατρέποντας
το κείμενό σου σε ένα μικρό πορνογράφημα,
το οποίο επίσης δεν πειράζει γιατί έτσι
επιτάσσει η εποχή. Ο έρωτας πολύ συχνά
συνδυάζεται με την φθορά και τον θάνατο
όπως στο παραπάνω έργο. Αλλά ο έρωτας κατά βάθος είναι ενοχικός, γεννά την αίσθηση της ευθύνης και της ενοχής έναντι του εαυτού ή του άλλου.
Όμως αυτό που
κάνει εντύπωση είναι η ευκολία της
εποχής μας να μιλήσει με μεγάλη ρεαλιστική
απαίτηση για τις ερωτικές σχέσεις, μη
κρατώντας τίποτα για την προσωπικότητα
και τη φαντασία του αναγνώστη. Θεωρώντας
πως η αποκάλυψη είναι απαιτητή και πως
αυτή την αποκάλυψη περιμένει και ο
αναγνώστης να δει ειδικά με τα μάτια ή
ακόμα αν είναι δυνατόν να γευτεί τον
έρωτα με όλες τις αισθήσεις του μέσα
από το βιβλίο.
Ακόμα εντύπωση
προκαλεί πως έρωτας δεν είναι μια
τελετουργία όπως παλιά, που έμπαινε
μέσα στον γάμο και στην επισημοποίηση
των σχέσεων. Απεναντίας σήμερα αποτελεί
ένα συνεχές, το οποίο είθισται να μην
σταματά, αλλά να μετατρέπεται σε μια
συνεχόμενη ταινία πλήξης και μονοτονίας
για τους ερώμενους.
Το «Δάφνης και
Χλόη» αποτελεί μια άλλη πρόταση την
οποία μπορούμε να κρατήσουμε. Αυτό
αποτελεί την αποθέωση του έρωτα αλλά
ενός έρωτα ζωντανού, ικανού να αναστηλώσει
τον άνθρωπο, ενός έρωτα που κάνει τους
ανθρώπους να αισθάνονται μια ζωογόνο
δράση και ο οποίος στηρίζεται και στην
καλή επικοινωνία και εμπιστοσύνη. Ο
έρωτας είναι εμπιστοσύνη και απλότητα για το έργο
αυτό και ίσως από αυτή την αρχή να
προκύπτει το όλον έργο.