Τα Τρόπαια σήμερα |
Στο παρακάτω ποίημα του ποιητή και συγγραφέα Γεωργίου Ι. Μποτή ανασύρονται οι μνήμες της νεανικής ηλικίας του από τη διαμονή του στο χωρίο
Τρόπαια της Αρκαδίας. Το θέμα του ποιήματος είναι το δράμα του εμφυλίου και η επούλωση
των τραυμάτων του από τους ανθρώπους που τον έζησαν.
Το ποίημα είναι από τα έργα που να μας δείχνουν τους ήρωες του
εμφυλίου να κάνουν κάτι θετικό για την υπέρβαση του μεγάλου χάσματος που υπήρχε
στη κοινωνία. Και στο ποίημα αυτό βλέπουμε δύο απλούς καθημερινούς ανθρώπους της
κοινότητας των Τροπαίων να ξεπερνούν τα στενά όρια της πολιτικής αντιπαράθεσης
και να σκέφτονται τον άλλον, τον αδύναμο ή απλώς τον άλλον. Δεν θέλουν να τον
θίξουν να τον προσβάλουν, αλλά του δίνουν το χέρι να σηκωθεί.
Συνήθως τα έργα για τον εμφύλιο αναφέρονται στα λάθη των
πολιτικών, των κομματικών, στα λάθη και των δύο. Συχνά αυτά τα έργα
κατακρημνίζουν τον πολιτικά και ιδεολογικά διαφορετικό για να αποδείξουν την
αληθοφάνεια των απόψεών τους. Όμως το έργο αυτό μας μιλάει για την πίστη στον
άλλον, για τη δύναμη της συγχώρεσης και την ενότητα που προκύπτει με αυτό τον
τρόπο στην ανθρώπινη κοινότητα. Οι άνθρωποι και οι τόποι χάνουν την ταυτότητά τους
και αποκτούν ένα μεγάλο συμβολισμό.
Έτσι το μικρό χωριό Τρόπαια μετατρέπεται σε έναν μυθικό τόπο συγχώρησης
«locum indulgentiae» ο οποίος χάνεται στα παραδείγματα της
ιστορίας, ενώ οι άνθρωποι είναι οι φορείς της καλοσύνης ως βασική αρχή στάσης
και συμπεριφοράς. Τόπος και άνθρωποι που παραμένουν παράδειγμα για τους επόμενους.
Στην πραγματικότητα ο ποιητής Γεώργιος Μποτής προάγει τη βασική
υπαρξιακή αρχή της παράδοσης μας «υπάρχω γιατί υπάρχεις και εσύ αδερφέ». Τον ευχαριστούμε και θεωρούμε πως ο λόγος του
θα βρει μιμητές.
«ΜΝΗΜΕΣ
Αφιέρωμα
στον Γιάννη Πάτση και στη Μάνα
Παντογιαννού, που
στη Μάχη των Τροπαίων (11-3-1948), την εποχή του
Εμφυλίου, έδειξαν το μεγαλείο της ψυχής τους.
Ντύθηκε ο Γιάννης
της Πατρίδας το χακί,
αγνός και ορεσίβος
πατριώτης.
Πήρε εκπαίδευση σκληρή
και ολμιστής ορίστηκε,
τους όλμους στους
εχθρούς να ρίχνει.
Βρήκε τη Χώρα μας
μεγάλη συφορά,
τ΄αδέλφια μεταξύ τους
πολεμούσαν.
Της Κατοχής εμφύλια
εποχή.
Τα αφεντικά διατάξανε
στους τόπους της Πατρίδα
τους
να πάνε οι στρατιώτες,
για να μπορούν καλύτερα
«τους ύπουλους εχθρούς
να πολεμούν»,
που θέλησαν κεφάλι να
σηκώσουν.
Στα Τρόπαια, την
πατρίδα του
τοποθετήσανε τον
ολμιστή τον Γιάννη
και στο φυλάκιο τα΄Αϊ
Λιά
τον όλμο του έστησε σιμά.
Τα δυο φυλάκια: Τ΄ Άϊ
Λιά και της Κουκούλας
τα Τρόπαια φυλάγανε
πιστά
και τους εχθρούς να
πολεμήσουν σθεναρά.
Μια νύχτα, που δεν είχε
αστροφεγγιά,
μάχη σκληρή άρχισε
ξαφνικά,
οι Έλληνες τους
΄Ελληνες κτυπούσαν.
Ο επικεφαλής τον Γιάννη
τον διατάζει
να ρίξει με τον όλμο
στο ψαχνό
κι΄ο Γιάννης απαντάει:
δεν μπορώ,
ο όλμος έχει πάθει
εμπλοκή.
Διαλύθηκαν τα δυο
φυλάκια
και ο επικεφαλής
ανθυπολοχαγός,
του Άϊ Λια, τρέμοντας
σαν λαγός,
στο σπίτι της
Παντογιαννούς,
Μάνας του Τζίμη, του
πιο σκληρού Αντάρτη,
στη συνοικία, στο
«Φουσκί»,
μπήκε για να σωθεί.
Η Μάνα η
Παντογιαννού
πατριώτισσα αγνή,
στο σπίτι του έστειλε
με τρόπο μυστικό,
τον επικεφαλής του Άϊ
Λιά,
του Τζίμη, του
παιδιού της, τον εχθρό.
Μνήμη ας είναι ιερή
του Γιάννη, για του
όλμου του την «εμπλοκή»
και της Παντογιαννούς
για την ηρωική ψυχή,
την πάναγνη φύτρα , την
Ελληνική.
Νέα Ερυθραία 12-1-2017»
Γιώργος Ι. Μποτής