ΔΙΗΓΗΜΑ
Εργασίες απολύμανσης
ΑΥΤΗ ΤΗΝ ΠΕΡΙΟΔΟ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ ΟΛΑ ΕΙΝΑΙ χαρούμενα. Είναι μια ξεχωριστή εποχή. Την εποχή που όλα αρχίζουν σιγά σιγά να παίρνουν ρυθμό και να ζωντανεύουν πάλι ανάμεσα στους ανθρώπους.
Τέλη καλοκαιριού.
Ένας ελαφρός αέρας σηκώνεται τ᾿ απογευματάκι να βγάλει τους πολίτες από τις ζέστες του καλοκαιριού, ο ήλιος λάμπει αλλά όχι τόσο πολύ, όσο τον Ιούλιο και τον Αύγουστο, η ξηρασία δίνει τη σειρά της στην υγρασία και κάπου κάπου συνεχίζονται οι φωτιές της τύρφης στα περίχωρα της πόλης. Τα λουλούδια και τα δέντρα μοσχοβολούν. Αλλά περισσότερο καταλαβαίνεις το άρωμα του αέρα που με τις μέρες γίνεται λίγο πιο ψυχρός. Σε πλημμυρίζει η μυρουδιά από τα φρεσκοβαμμένα σπίτια, που λες και βάφονται επίτηδες αυτή την εποχή. Το χρώμα γίνεται αρμονία και μουσική. Είναι η εποχή που αποζητάς όσο περισσότερο την πόλη για την πόλη, τη χώρα αυτή για τη χώρα. Μια συγκίνηση σε πιάνει στους δρόμους της και στα διάφορα μέρη που μπορείς να περιηγηθείς.
Είναι η εποχή που η πόλη θ᾿ αρχίσει πάλι να ζωντανεύει, να γίνεται μια όμορφη γυναίκα που περπατά αμέριμνη σ᾿ όλα τα σοκάκια, να κάθεται στα καφενεία και στις καφετέριες, να περνάει τις βραδιές της στην Αίθουσα Μουσικής Τσαϊκόφσκι, ν᾿ ανεβαίνει στο άγαλμα του Πούσκιν ή στις Λίμνες του Πατριάρχη για να κεραστεί ένα παγωτό στην υπαίθρια γκαλερί. Η πόλη, όταν ξαναζωντανεύει, αναστατώνει τους ανθρώπους, κανένας δεν μένει ασυγκίνητος απ᾿ τη λατρεμένη μορφή της και την γλυκιά φωνή της. Σε παρασέρνει η ζωή σ᾿ ένα χορό ανάμεικτο, σ᾿ ένα χορό που δεν σταματά ποτέ και ίσως δεν θυμάσαι τίποτε άλλο, παρά μπαίνεις σ᾿ αυτόν και ξεχνιέσαι. Είναι ο ρυθμός της πόλης και των ανθρώπων που δεν πρέπει να σε ξεγελά. Είναι δυνατός, σκληρός, χαλύβδινος αλλά όμως πόσο γλυκός και βελούδινος. Είναι η ανάμνηση ενός μικρού σπιτιού, κάπου στην Λίπετσκαγια Ούλιτσα και μιας γκαρσονιέρας χρουτσόφκας στα Κουζμίνκι, τόσο μονότονων, τόσο ομοιόμορφων, αλλά με προσωπικότητα, πάντα με την ζεστασιά μιας παστρικής φροντίδας, ενός καλού νοικοκυριού ή έστω και μιας τόσο τρυφερής βρισιάς, που σ᾿ αυτή την πόλη έχει την ίδια σημασία με μια σοβαρή μελέτη. Ένα μελωδικό ταγκό που χορεύεται από πολλά ζευγάρια τόσο ξεχωριστά.
Ιδιαίτερα μέρη, γειτονιές με εσωτερική υπόσταση. Σε κάνουν αυτές οι υπαίθριες ακακίες να παρατηρείς και να μιλάς με τους ανθρώπους. Οι άνθρωποι πάντα σοβαροί, αλλά πόσο απρό-βλεπτοι.
Οι γυναίκες περπατούν με την αμέριμνη περπατησιά τους και τραβούν τα μάτια των ανδρών. Κυκλοφορούν με τις πλου-μιστές κορμοστασιές τους, τρώγοντας παγωτό ή κρατώντας σα-κούλες από τα εμπορικά καταστήματα. Σταματούν στα πάρκα και γαληνεύουν κοιτώντας το νερό και τα λουλούδια.
Είναι η εποχή που αρκετοί λείπουν ακόμα στις διακοπές τους, αλλά οι πιο πολλοί έχουν επιστρέψει, κάποιοι όμως παραμέ-νουν για λίγο ακόμα στις ντάτσες. Παντού κυριαρχεί η χαρούμενη διάθεση, σαν ένα παιδί που τρώει ένα μήλο στο δρόμο και πετάει τον αετό του στο ξέφωτο της γειτονιάς του. Στις αυλές βρίσκεις εύκολα να παρκάρεις, και σίγουρα δεν είναι τίποτα που να προ-μηνύει την μεγάλη κίνηση στους δρόμους του χειμώνα και της άνοιξης. Όλα τα στοιχειά των πάρκων ηρεμούν και δεν ακούς τα βράδια μονομαχίες και συμπλοκές.
Αυτή την εποχή οι περισσότεροι κοιτάζουμε να περνούμε στους δρόμους περισσότερο χρόνο, ιδίως τα απογεύματα και πιο πολύ απ᾿ όλα αγαπάμε τα βουλεβάρτα και ιδίως τα πάρκα. Με μια λεμονάδα στο χέρι ή μια μπύρα φεύγουν οι ώρες κι οι μέρες με την αναμενόμενη λεπτή διάθεση της ψυχικής ικανοποίησης. Δεν έχουμε τίποτα να σκεφτούμε για το αύριο ή το μεθαύριο, οι μέρες φεύγουν ρέμπελες, σε αγκαλιάζει η ομορφιά της πόλης και χάνεσαι στον πλούτο των χρωμάτων του πάρκου ή του κήπου έξω από κάθε σπίτι, αλλά και η μεταξένια υγρασία σε σπρώχνει στα ουράνια, ιπτάμενο διαβάτη. Κυλάς στην πόλη σαν ένα τόπι παιδιού που αναπηδά στους λόφους Τσαρίτσινο και καταλήγει στο κρεμαστό γεφύρι των λιμνών με τις αγριόπαπιες.
Δεν υπάρχει λόγος για δουλειά που απαιτεί προσήλωση αυτή την εποχή. Όμως, για δουλειές που αφορούν τα σπίτια, καθαρι-σμοί, σοβατίσματα, απολυμάνσεις και διάφορα μερεμέτια, ίσως να είναι κι η πιο καλή περίοδος.
Μια τέτοια μέρα έφτασε και στην παροικία των μπομζ της στάσης του μετρό Παρίσκαγια κι ο εργολάβος οικοδομών Πε-τρόφ-Μαξίμοφ, ζητώντας εργατικά χέρια για μια γρήγορη όσο και προσοδοφόρα δουλειά. Ήμουν κοντά εκεί που μιλούσε με τους ενδιαφερόμενους και άκουγα τις διαπραγματεύσεις.
Θυμάμαι, ήμασταν στην εξαίρετη εκκλησία των Αγίων Πέτρου και Παύλου με τους θαυμάσιους λευκούς και πράσινους τρούλους. Το εσωτερικό της μικρό, αλλά πρόβαλε μεγαλειώδες στα μάτια μας με το ύψος των εσωτερικών τοιχωμάτων και τις αγιογραφίες. Παρακολουθούσαμε τον εσπερινού του Οσίου Ιερήμωνος, ο οποίος προηγείται εκείνου της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Στην εκκλησία έρχονταν πολλοί πιστοί πολίτες αλλά και πολλοί άσπιτοι. Μάλιστα εκεί είχα γνωρίσει έναν παλαιό και γνωστό καθηγητή Πανεπιστημίου, τον άσπιτο Αλέξιο, ο οποίος με τις κοινωνικές αλλαγές στη χώρα, είχε χάσει τη δουλειά και το σπίτι του. Οι φίλοι μου μπομζοί ήταν ιδιαίτερα ευλαβείς. Τότε ήταν που έφτασε ο Πετρόφ-Μαξίμοφ.
Οι μπομζοί δεν αρνιόντουσαν τη δουλειά. Από καιρό εις καιρό έκαναν κι αυτοί τα μεροκαματάκια τους. Αν τύχαινε βέβαια, προτιμούσαν να κάνουν λίγα και όχι πολλά. Δεν καίγονταν ούτε για τα λεφτά, αλλά ούτε και για την αποταμίευση, που είναι γενικώς άγνωστη στη χώρα. Δεν διέθεταν τραπεζικούς λογαριασμούς, αν και μπορούμε να καταλάβουμε, σαν άνθρωποι κι αυτοί, αγαπούσαν την εξουσία και τη δύναμη. Όμως θαρρούσες πως δεν είχαν ανάγκη τα λεφτά, νόμιζες πως ζούσαν για άλλο σκοπό.
Έτσι, το να παρουσιαστεί μια ευκαιρία για δουλειά μερικών ωρών και να εξοικονομήσουν κάποια καλά χρήματα, ήταν μια α-ναπάντεχη και καλή λύση να καλύψουν κάποιες ανάγκες. Δεν αγαπούσαν την πολυήμερη εξάρτηση και ακόμα αυτές οι εργα-τικές δουλειές, δεν απαιτούν μεγάλη κούραση, παρά επιδέξια χέ-ρια τα οποία οι μπομζοί διέθεταν. Ποτέ δεν θυμάμαι να κροτα-λίζει στις τσέπες τους ο ήχος του χρήματος, παρά μόνο ο αγαπη-μένος ήχος των μικρών κερμάτων.
Οι άνθρωποι αυτοί δεν ήταν τεμπέληδες και μέθυσοι. Γράφω ήταν, γιατί δεν ξέρω αν υπάρχουν ακόμα σ᾽ αυτή τη χώρα. Η πρόοδος αφανίζει πολλές φορές όλα τα ιδιαίτερα στοιχεία της κοινωνίας και γνωρίζουμε πως τίποτα δεν είναι πιο αντίθετο στην πρόοδο, απ᾽ την ατομικότητα στην κοινωνία. Αλλά μπορεί και οι μπομζοί με τα χρόνια να έχουν αυξηθεί.
Ο Πετρόφ-Μαξίμοφ αφού συγκέντρωσε μια ομάδα δέκα καλοδεμένων μπομζ έφτασε στην περιοχή Βόντνι Σταντιόν, όπου βρισκόταν το Νέο Πανεπιστήμιο. Εκεί, έπρεπε να εργαστεί αυτή η ομάδα των ανθρώπων. Ο Πετρόφ είχε αναλάβει μια μεγάλη εργολαβία, να καθαρίσει τον πανεπιστημιακό χώρο απ᾽ τα βλαβερά έντομα και τρωκτικά που λυμαίνονταν το ίδρυμα αυτό εδώ και καιρό.
Ξέρουμε όλοι πως το καλοκαίρι τα ενοχλητικά έντομα και τα τρωκτικά πολλαπλασιάζονται με μεγαλύτερη ταχύτητα. Στο χώρο αυτό οι σπουδές είχαν αρχίσει, και παρά τις καλές και μεθοδευ-μένες προσπάθειες της Πρυτανείας, οι χώροι ήταν γεμάτοι απ᾽ αυτά τα ενοχλητικά είδη του ζωικού βασιλείου. Το κτήριο του Πανεπιστημίου απομονωμένο στη μέση ενός δάσους σημύδων έδειχνε σαν ένα παλιωμένο κάστρο που η φθορά του χρόνου είχε εισχωρήσει παντού. Όμως ήταν σχετικά νέο, κτισμένο με τις πιο μοντέρνες τεχνικές του εικοστού αιώνα. Αρχιτέκτονάς του ήταν ένας μαθητής του Μέλνικοφ, του κονστρουκτιβιστή. Δεν υπηρετούσε όμως μια κυκλική φόρμα, όσο την παραλληλόγραμμη. Ίσως, αν ήταν παλιότερο κτήριο να είχε αποφύγει όλη αυτή τη συμφορά. Φαίνεται πως τα τρωκτικά αγαπούν τις νέες κατασκευές.
Μου είναι αδύνατον να καταλάβω πώς ο πρύτανης αυτού του ιδρύματος είχε επιτρέψει την έναρξη μαθημάτων στο χώρο, αφού, σε μερικούς ορόφους, δεν μπορούσες καν να περπατήσεις απ᾽ τους ενοχλητικούς επισκέπτες, που είχαν κυριολεκτικά κατά-λάβει όλους τους χώρους. Οι άμοιροι φοιτητές είχαν σχεδόν εγκαταλείψει το ίδρυμα και μόνο μερικοί γενναίοι παρευρίσκονταν στις διαλέξεις και στα σεμινάρια, τα οποία παρ᾽ όλα αυτά γίνονταν με μεγάλη αφοσίωση, πάντα στις προγραμματισμένες ώρες. Νόμιζες πως δεν βρισκόσουν σε εκπαιδευτικό ίδρυμα, αλλά σε ένα άσυλο για επιβλαβή και πολύ επικίνδυνα ζωάκια.
Μου άρεσε πολύ το ίδρυμα αυτό και πολλές φορές, όταν βρι-σκόμουν στην περιοχή αυτή, περνούσα απ᾽ τη σταλόβαγιά του για να τσιμπήσω. Συνήθως στο βιβλιοπωλείο του έβρισκα πολλά και ξεχωριστά βιβλία στις ανθρωπιστικές επιστήμες, από τα τόσα πολλά, ιδίως μονογραφίες, που βγαίνουν σ᾽ αυτήν την πόλη. Είναι γνωστό πως οι μονογραφίες στη χώρα αυτή βγαίνουν με μεγάλη ταχύτητα. Κυκλοφορούν τόσα βιβλία κάθε χρόνο που για να τα συγκρίνω με τα τραγούδια, θα πω πως είναι τουλάχιστον δέκα φορές περισσότερα από εκείνα. Καταλαβαίνεις πως για τους ανθρώπους αυτής της χώρας είναι πιο συχνό το φαινόμενο να βλέπουν στην αγορά ένα καινούριο επιστημονικό βιβλίο, παρά ένα νέο τραγούδι. Κρίμα, γιατί τα τραγούδια δημιουργούν μια ευχάριστη διάθεση, μια εσωτερική ξεγνοιασιά, μια αναγεννητική διάθεση πολλές φορές. Όμως, η αλήθεια να λέγεται.
Το μέρος αυτό μου θύμιζε ελληνικό νησί. Θέλω να πω, όπως το κάθε ελληνικό νησί έχει διαφορετικό πολιτισμό από το δι-πλανό του, έτσι κι εδώ νόμιζες σ᾽ αυτό το ίδρυμα χωμένο μεσ᾽ στο δάσος πως ήταν κάτι ξεχωριστό, κάτι διαφορετικό από την άλλην χώρα.
Θαρρούσες, όταν το κοιτούσες, πως από μόνο του ήταν μια πηγή γνώσης, πως και μόνο που το έβλεπες, ήθελες να μορφω-θείς, να μάθεις περισσότερα, ήθελες κι ο ίδιος να πιαστείς από τις επάλξεις της γνώσης, να γαντζωθείς πάνω τους και να προ-χωρήσεις.
Το κτήριο δεν είχε το κάλλος των κλασικιστικών μεγάρων ή των νεοκλασικών, τα οποία σου δημιουργούν και ένα μικρό δέος με την παρουσία τους αλλά και μια απώθηση κατά βάθος για τη δική σου μόρφωση, γιατί τα συνδέεις με τα αναλλοίωτα πρότυπα της κλασικής εποχής και τα ιδανικά της. Όχι, αυτό ήταν ένα ιδανικό κτήριο σύγχρονης γνώσης, που απ᾽ ό,τι ξέρω ήταν φημισμένο όχι μόνο για τους σπουδαίους καθηγητές του, αλλά και για τις επιδόσεις των φοιτητών του σε πολλούς τομείς πνευ-ματικούς, πολιτιστικούς αλλά και αθλητικούς.
Τα πανεπιστήμια στη χώρα αυτή είναι πράγματι το καμάρι του έθνους και των ανθρώπων. Είναι μια κυψέλη με πολύ νόστιμο μέλι που θα ήθελαν οι περισσότεροι να απολαύσουν.
Κι οι άνθρωποι είναι αγωνιστές με τη γνώση! Δεν προσποι-ούνται, αλλά επιδιώκουν να βελτιώνουν τον εαυτό τους και γι᾽ αυτό καταβάλουν μεγάλη προσπάθεια. Ούτε πάλι θέλουν να φα-νερώσουν τον εαυτό τους κάτι περισσότερο απ᾽ αυτό που είναι.
Το μέγαρο λοιπόν του Πανεπιστημίου ήταν γεμάτο από αυτά τα περίεργα και ενοχλητικά ζωάκια. Κατσαρίδες, μερμήγκια, πο-ντικοί αλλά και πολλές ακρίδες, πράγμα περίεργο για τις τελευ-ταίες, είχαν αποικήσει τα μεγάλα αμφιθέατρα και τις στενές αί-θουσες διδασκαλίας. Υπήρχε η σκέψη πως η εαρινή εξολόθρευση όλων αυτών των βλαβερών ζώων δεν είχε πάει καλά. Υπήρξε αμέ-λεια και ολιγωρία απ᾽ την πλευρά του συνεργείου απολύμανσης. Έτσι τα ζώα βρήκαν την ευκαιρία να πολλαπλασιαστούν και να πληθύνουν κατά την καλοκαιρινή περίοδο, που οι κλιματολογικές συνθήκες τους το επέτρεψαν.
Είναι τελείως άδικο όμως αυτή η νοσογόνος πληγή να δημι-ουργεί αρνητική εικόνα γι᾽ αυτό το εκπαιδευτικό ίδρυμα, το οποίο υψωνόταν μπροστά στους επισκέπτες του σαν ένας μυθικός πύργος της γνώσης. Σίγουρα δεν πρέπει να βιάζεται κάποιος άνθρωπος να βγάζει συμπεράσματα, αν δεν δει και δεν γνωρίσει όλες τις συνθήκες και τους παράγοντες. Αυτό το ίδρυμα ήταν πράγματι σπουδαίο και όλοι θα ήθελαν να φοιτήσουν σ᾽ αυτό ή να γευτούν κάποιο μορφωτικό αγαθό στους κόλπους του, να περάσουν τις πύλες του σαν σπουδαστές.
Ο Πετρόφ-Μαξίμοφ κατευθύνθηκε στη Γραμματεία του Παν-επιστημίου για να πάρει οδηγίες. Ήταν φανερό πως τα περισ-σότερα ζωάκια είχαν συγκεντρωθεί στους κάτω ορόφους αυτού του οκταώροφου κτηρίου. Εκεί έπρεπε λοιπόν να στρέψουν την προσοχή τους οι άμοιροι εργάτες ζωοκτονίας και απεντομώσεως.
Στους τελευταίους κάτω ορόφους στεγάζονταν η θεολογική, η φιλολογική και η νομική σχολή, καθώς επίσης και διάφοροι άλ-λοι βοηθητικοί χώροι, γραφεία, αποθήκες, η σταλόβαγια, το μπαρ, αλλά και πολλά μαγαζάκια που έβλεπες σε κάθε γωνίτσα των κάτω ορόφων. Πολλοί τέτοιοι χώροι υπήρχαν στο ισόγειο. Η δεινή θέση αυτών των πανεπιστημιακών σχολών στην εποχή μας επιδεινώνεται πολλές φορές με την άδικη και αναιτιολόγητη επίθεση των στοιχείων της φύσης. Δεν φτάνει η αδιαφορία της πολιτειακής εξουσίας και των χορηγών, που τώρα τελευταία δεν ενδιαφέρονταν καν για τις ανθρωπιστικές επιστήμες, επειδή προφανώς δεν τις θεωρούσαν κερδοφόρες και απρόσφορες για την εποχή εκείνη. Κατά περίεργο τρόπο κι η ίδια η φύση φαινόταν να έστρεφε την πλάτη σ᾽ αυτές τις επιστήμες.
Οι ανθρωπιστικές επιστήμες είχαν χάσει την αίγλη τους.
Η ομάδα των καθαριστών έλαβε τα αναγκαία εργαλεία, ψε-καστικές μηχανές, ποντικοπαγίδες και δόκανα για τα ποντίκια και τους αρουραίους, μεγάλες πλαστικές σακούλες για να τοποθετήσουν τα θηράματά τους, κουβάδες για να ξεπλύνουν τους ορόφους.
Φαινόταν δύσκολη δουλειά και όχι τέτοια που τους είχε πει ο Πετρόφ-Μαξίμοφ. Και σίγουρα δουλειά που θα απαιτούσε απα-σχόληση μερικών τουλάχιστον ημερών.
Οι φοιτητές και το διδακτικό προσωπικό θα έπρεπε να από-χωρήσουν άμεσα, γιατί μια τέτοια εργασία απαιτεί αφοσίωση και επίπονη προσπάθεια, δεν μοιάζει με τις οικοδομικές ασχολίες, μερεμέτια, βαψίματα, που μπορούν να γίνουν με την παρουσία άλλων.
Αποχώρησαν πια, μετά από όλα αυτά και τις πρώτες ετοι-μασίες, και οι τελευταίοι διδάσκοντες και διδασκόμενοι, υπό το άγρυπνο βλέμμα των σεκιουριτάδων του πανεπιστημίου.
Στα πανεπιστήμια της πόλης δεν είναι και τόσο εύκολο να μπεις και να κυκλοφορείς στους χώρους τους, εκτός και αν στην αυλή του βρίσκεται ένα μεγάλο πάρκο. Το πάρκο ή το δάσος είναι κοινό για όλους. Στα ιδρύματα αυτά δεν μπορεί να μπαίνει και να βγαίνει κανείς με μεγάλη ευκολία ή μάλλον είναι πράγματι αδύνατο.
Ένα αυστηρό σύστημα προστασίας ήταν πάντα καθιερω-μένο εδώ. Το δύσκολο δεν είναι να προσκομίσεις κάποιο έγγραφο για να μπεις, το δύσκολο είναι να αποδείξεις πως πράγματι χρειάζεται να μπεις σ᾽ ένα πανεπιστήμιο. Μπαίνει κάποιος που εργάζεται εκεί ή κάποιος που είναι προσκεκλημένος κάποιου καθηγητή, κάποιας Έδρας. Ίσως, στο χώρο που μένουν οι φοιτητές, να είναι πιο εύκολο να περάσεις, αλλά και εκεί χρειάζονται πολλές διατυπώσεις.
Εμένα αυτό το σύστημα πάντα μου άρεσε, γιατί αν υπάρχει αυστηρότητα στην είσοδο υπάρχει ησυχία στα πανεπιστήμια και στις εστίες και έτσι μπορείς να δουλέψεις, να διαβάσεις, να κάνεις όποιες δουλειές θέλεις. Σ᾽ αυτές τις εστίες μένουν βέβαια και πολλοί καθηγητές με ένα ή δύο διδακτορικά και καταλαβαίνεις πως αυτοί οι πανεπιστημιακοί χώροι πρέπει να προσφέρουν πράγματι καλές, ήρεμες συνθήκες εργασίας και διαβίωσης σ᾽ όλους τους επιστήμονες. Πολλές φορές μου έτυχε να δω καθηγητές στον κήπο ή στο παρκάκι της εστίας και να κουβεντιάσω μαζί τους ή να κάνω μια βόλτα μ᾽ αυτούς. Ήταν πραγματικά κάτι το διαφορετικό αυτή η ατέρμονη ησυχία και γαλήνη του χώρου. Και ήταν πολύ ωραία, όταν στους ίδιους χώρους συναντιόντουσαν με τους φοιτητές και μίλαγαν ή έκαναν κοινές εκδηλώσεις, χωρίς τίποτα το υπερβολικό, όλα διαποτισμένα με το μέτρο και τον αλληλοσεβασμό, κάτι που έκανε και τους φοιτητές πιο ώριμους νομίζω.
Εντύπωση προκαλούσε στους ταλαίπωρους μπομζ πως στον κάθε όροφο, υπερτερούσαν και κάποια διαφορετικά ζώα. Έτσι, στον όροφο των θεολόγων υπερτερούσαν οι κατσαρίδες, ενώ στον όροφο των φιλολόγων οι ακρίδες, πράγμα πολύ περίεργο, απεναντίας, στο χώρο των νομικών κυρίαρχοι ήταν οι ποντικοί, πράγμα φυσιολογικό, αφού η νομική σχολή, στο ισόγειο του πα-νεπιστημίου, ήταν κοντά στη γη, στο χώμα, και όλοι ξέρουμε πως οι ποντικοί βγαίνουν από τη γη, κάτι σαν χθόνιες θεότητες.
Η δουλειά τους σίγουρα ήταν πολύ δύσκολη. Δεν γνώριζαν πώς να χειριστούν την κατάσταση. Κάποιος, ένας γέρος μπομζ, πρότεινε πως έπρεπε να ξεκινήσουν από τους πάνω ορόφους και να προχωρήσουν στους κάτω. Μάλιστα ένας νεότερος είπε πως μετά την απολύμανση, έπρεπε να αφήνουν στον κάθε όροφο φρουρά, έτσι ώστε να αποτρέπει τα ζώα των κάτω ορόφων να ανεβαίνουν στους πάνω ορόφους. Όλοι συμφώνησαν και βρήκαν την πρόταση ορθή.
Οι κατσαρίδες όπως ξέρουμε είναι πολύ ανθεκτικά ζώα. Μπορούν να επιβιώνουν σε όλες τις συνθήκες, ακόμα και στις πλέον αντίξοες και έχουν τη χάρη να πολλαπλασιάζονται με ταχείς ρυθμούς. Αυτά τα έντομα έχουν την ικανότητα να είναι κινητικές, να ξεφεύγουν σαν αίλουροι απ᾽ τα εμπόδια, οι κινήσεις τους προκαλούν πολλές φορές τρόμο, γιατί είναι απρόβλεπτες και έρχονται κατά πάνω σου, με λίγα λόγια δεν συλλαμβάνονται, δεν κατατροπώνονται και δεν καταστρέφονται εύκολα με κατσαριδο-σκοτώστρα.
Μπορείς όμως να χρησιμοποιήσεις ένα ισχυρό κα-τσαριδοκτόνο και αν δεν το έχει αφομοιώσει το ντιενέι τους, τότε σίγουρα θα έχεις σε σύντομο χρονικό διάστημα κάποιο αποτέ-λεσμα και μπορείς να κοιμηθείς ήσυχα.
Επίσης, είναι πολύ μικρά, σχεδόν σαν μύγες, ζώντας σε ανύ-ποπτα μέρη και χώρους σε πολύ μεγάλα πλήθη. Είναι πολυπληθή τα κοπάδια τους και σ᾽ αυτά μπορούμε να ξεχωρίσουμε μια διάσταση της πολιτικής κοινωνίας, με σαφή δομή και ιεραρχία. Έχουν τη συνήθεια να πηγαίνουν πολλές μαζί στο σχήμα ενός καφέ τριαντάφυλλου και δεν είναι σίγουρο, αν δεν ακολουθούν κάποια βασίλισσα ή κάποιον βασιλιά. Μετακινούνται γρήγορα και το περπάτημά τους θυμίζει πέρασμα ορδής γενναίων πολεμιστών, κάτι που κάνει πιο δύσκολη τη δουλειά ενός κατσαριδοφάγου. Πρέπει κι εσύ, ο διώκτης, να τρέχεις πίσω τους, να τους στήνεις παγίδες ή και να κάνεις πίσω, όταν σου επιτίθενται και όταν συμβαίνει αυτό, η κατάσταση δεν είναι καθόλου παίξε γέλασε, τότε σου έχει ξεφύγει τελείως ο έλεγχος. Είναι πραγματικά μια ισχυρή λεγεώνα μονομάχων το πέρασμά τους, ικανή να εντοπίσουν και να εξολοθρέψουν το κάθε θύμα τους ή να το μολύνουν απ᾽ την ουσία που κουβαλούν ή να το φάνε στο άψε σβήσε, αν εντοπίσουν σ᾽ αυτό κάποια πνευματική αδυναμία. Στον άνθρωπο μπορεί να προκαλέσει μεγάλη βλάβη αιματολογικού χαρακτήρα αλλά και πνευματικού. Είναι δε γελοίο να επιβεβαιώσουμε πως η αντίδραση των γυναικών, ν᾽ ανεβαίνουν σε κάποια καρέκλα, όταν βλέπουν κατσαρίδα είναι απολύτως ορθή και πολύ μελετημένη, είναι δε γνωστή από την αρχαιότητα μια τέτοια αντίδραση.
Γενικά, αυτά τα ζωάκια θα μπορούσαν, αν υπήρχε κάποιος ευφάνταστος πολιτικός, να εργαστούν για το καλό της πολιτείας. Θα μπορούσαν να συμμετέχουν σ᾽ ένα πλάνο ανόρθωσης της οικονομίας, ενός κάποιου οικονομικού μοντέλου της κοινωνίας. Δεν έχουν εξάλλου μόνο οι μέλισσες το χάρισμα να είναι κοινωνικά οργανωμένες και ωφέλιμες απ᾽ το γένος των εντόμων. Το χάρισμα μιας κατσαρίδας είναι η ορμητική και ασταμάτητη κίνηση προς τα εμπρός ή η οργανωμένη κίνηση προς κάπου. Δυστυχώς όμως δεν υπάρχει προς το παρόν κάποιος τέτοιος πολιτικός που θα μπορούσε να αναδείξει το χάρισμά τους.
Το θέμα βέβαια, εκείνη τη στιγμή, ήταν, ότι αυτές οι οργα-νωμένες ταξιαρχίες κατσαρίδων έρχονταν καταπάνω στους μπομζ, οι οποίοι μάλιστα στην αρχή δείλιαζαν. Έδειχναν αδύναμοι ν᾽ ανταπεξέλθουν στην ορμή αυτών των κινητών ταξιαρχιών. Αλλά ξεπερνώντας το αρχικό σοκ, ενεργοποιώντας τα ψυχικά αποθέματα που υπάρχουν σ᾽ όλους τους ανθρώπους, γρήγορα αντεπιτέθηκαν και άρχισαν ισχυρό ψεκασμό, ακολουθώντας τες, αφού τις έτρεπαν εις φυγήν παντού μέσα στους χώρους της Σχολής. Στις αίθουσες διδασκαλίας κι από εκεί και στους άλλους χώρους, όπου υπήρχαν και λειτουργούσαν οι χώροι του Κοσμήτορα και της Γραμματείας. Ήταν παντού, και κάθε στιγμή, κατά περίεργο τρόπο, ξεφύτρωναν κι άλλες. Είναι δύσκολο να καταλάβεις πώς στη Θεολογική Σχολή είχαν συγκεντρωθεί τόσες κατσαρίδες και πώς οι άνθρωποι εκεί δεν είχαν προνοήσει για να μην έχουν τώρα, τόσο μεγάλο πρόβλημα.
Το παράξενο θέαμα ήταν πως στις αίθουσες με εικόνες του Ιησού και των άλλων αγίων ή οσίων, έβλεπες παντού πυκνά ρεύ-ματα κατσαρίδων.
Πυρόξανθοι επιδρομείς καταλάμβαναν τους χώρους, τις ει-κονογραφίες, τα έπιπλα.
Οι άσπιτοι μετά την πρώτη ήττα που έλαβαν, κινήθηκαν γρή-γορα και το κύριο, αποτελεσματικά. Τους μπέρδευε όμως η όλη κατάσταση. Έτσι, στις αίθουσες διδασκαλίας της ορθόδοξης πί-στης είχαν την ψευδαίσθηση πως οι κατσαρίδες ήταν πιστές εκ-κλησιαζόμενες, φορούσαν ως χαμηλά το μαντήλι στο πρόσωπο και μακριά φούστα. Αυτή η ψυχική πλάνη τούς ώθησε να δείξουν ένα είδος σεβασμού απέναντι σ᾽ αυτά τα έντομα που στα μάτια τους πήραν την υπόσταση διωκόμενου πιστού πλήθους. Και τι να κάνεις, όταν διώκονται οι πιστοί;
Όμως οι πιο ψύχραιμοι πήραν τον έλεγχο της κατάστασης στα χέρια τους και κατάλαβαν πως δεν είχαν καν να κάνουν με πλήθος πιστών, αλλά μ᾽ ένα συνονθύλευμα βλαβερών και επιζή-μιων εντόμων. Ένα τέτοιο πλήθος δεν άξιζε καμιά λύπηση και έπρεπε άμεσα να εξολοθρευθεί! Αλλάζοντας η εμπροσθοφυλακή των κατσαριδοφάγων, φάνηκαν και τα αποτελέσματα. Αρχηγός στάθηκε μια γεροδεμένη ξανθιά άσπιτη, η οποία αποδείχθηκε πολύ ικανή εξολοθρευτής. Αργά το απόγευμα είχε σχεδόν καθαρίσει ο όροφος των θεολόγων από τα επιβλαβή ζώα.
Το μεγάλο πρόβλημα το αντιμετώπισαν στη Φιλολογική Σχολή. Κάποιοι είπαν πως ήταν αργά πια και θα έπρεπε να από-χωρήσουν, θα έπρεπε να επιστρέψουν αύριο. Σε τελευταία ανάλυ-ση θα μπορούσαν να καταλύσουν στο προαύλιο, βάζοντας φρουρά στον όροφο. Οι άσπιτοι είχαν κάθε τόπο και κρεβάτι. Δεν ένιωθαν την υστερόβουλη υπακοή που επιζητείται σ᾽ αυτή τη χώρα πολλές φορές και την ασχημίζει, αλλά δεν νιώθουν και καμία εξάρτηση από θεσμό συνήθειας ή εξουσίας.
Το φως της μέρας είχε πια πέσει και στον ουρανό φάνηκαν τ᾽ αστέρια. Όμως ο εργολάβος ζήτησε χωρίς χρονοτριβές να προ-χωρήσουν στον καθαρισμό του άλλου ορόφου, γιατί την αυριανή θα έπρεπε να παραδώσουν το κτήριο και θα έπρεπε μέχρι το πρωί να τελειώσουν. Έτσι, αφού έβαλαν φύλακες, προχώρησαν προς τα κάτω…πάντα προς τα κάτω...
Ο όροφος των φιλολόγων ήταν γεμάτος ακρίδες, πράγμα πε-ρίεργο. Κανένας δεν καταλάβαινε γιατί οι ακρίδες προτίμησαν να μεταναστεύσουν σ᾽ αυτόν τον όροφο. Συνήθως αυτές προτιμούν τη φύση και επίσης προτιμούν να βρίσκονται εκεί που υπάρχει βλάστηση. Μάλιστα γνωρίζουμε πως οι ακρίδες προτιμούν τη νεαρά βλάστηση, το νεαρό καρπό, όταν ακόμα είναι στην πρώτη του ακμή. Αυτή είναι η πρoτίμησή τους. Μήπως, γι᾽ αυτό βρέθηκαν στη σχολή με τις πιο γλυκές νεαρές υπάρξεις; Οι ακρίδες πέφτουν καταπάνω στη πρασινάδα και την κατατρώγουν, την γεύονται μ᾽ όλη την ανεξάντλητη όρεξη που μπορεί να υπάρξει. Τίποτα σ᾽ αυτό επιλήψιμο. Αυτό που είναι καταστροφή για τους ανθρώπους, το να χάνουν τα σπαρτά τους, για την ακρίδα είναι ευχαρίστηση και χαρά. Το λέμε αυτό κρατώντας μια μικρή επιφύλαξη για το αν η ακρίδα μπορεί να συγκαταλεγεί στα έντομα, αλλά και λόγω της βουλιμίας της, να είναι διαρκώς φαγωμένη και πάντα να θέλει να τρώει. Λες κι ο κορεσμός της δεν μπορεί να καλυφθεί. Φανταζόμαστε πως πρέπει να χαίρεται, όταν τρώει τους νεαρούς βλαστούς, ενώ το άλλο διάστημα, της αναζήτησης πρέπει να είναι θλιμμένη. Το αντίθετο δηλαδή απ᾽ τον άνθρωπο που, αν και είναι ακόρεστος, η αναζήτηση τον χαροποιεί, ενώ ο κορεσμός τον θλίβει.
Οι φιλολογικές ακρίδες αυτές ήταν τόσο καλοζωισμένες και τρυφηλές, έμοιαζαν μ᾽ αυτές που θρέφονται σε ελληνικούς αγ-ρούς και ήταν πραγματικά μεγάλη πρόκληση να τις καταστρέ-φεις. Ήταν μεγάλες και είχαν τόσο μεγάλα φτερά που λίγο ήθελες να τις μπερδέψεις με νυχτερίδες. Δεν συζητώ βέβαια το γεγονός ότι πετούσαν. Είχαν δημιουργήσει σμήνη και επιτίθεντο στους μπομζ, προσπαθώντας να διατηρήσουν τα προνόμιά τους, να κατοικούν στη Φιλολογική Σχολή. Άραγε εκεί μέσα στα ντουβάρια πώς τρέφονταν αυτά τα άμοιρα ζωντανά;
Οι ακριδοκτόνοι με ψεκαστήρες στη ράχη και μάσκες διάβαι-ναν τους πολυδαίδαλους χώρους του ορόφου. Δεν ήθελε και πολύ να καταλάβεις πως κύριος σκοπός τους ήταν η απώθησή του στο χώρο της κοσμητείας και εκεί να τις εξολοθρέψουν ολοσχερώς.
Ο χώρος της Κοσμητείας, ένα μικρό γραφείο, είχε την ικα-νότητα να επικοινωνεί αυτόνομα με τους άλλους ορόφους με μια εσωτερική σκάλα, έτσι που κάποιος που έμπαινε εκεί να αποκοβόταν απ᾽ τον όροφο. Η Κοσμητεία είναι ο εγκέφαλος της Σχολής. Αν ο εγκέφαλος είναι υγιής, έχει υγεία και η Σχολή.
Οι μπομζοί που κινούνταν χώρια, μπαίνοντας στις αίθουσες, διάβαζαν κάτω απ᾽ το θαμπό φως των λαμπτήρων διάφορα περίεργα που έβλεπαν εκεί, που λίγο τους θύμιζε αυτά που γνώριζαν οι ίδιοι για την Σχολή αυτή. Έβλεπαν παντού γραφήματα και πίνακες, διαγράμματα και αριθμούς, χωρίς τίποτα από όλα αυτά να θυμίζουν τη φιλολογία που γνώριζαν. Νόμιζαν πως βρίσκονταν σε κτήριο των Μαθηματικών.
Σε μια άλλη αίθουσα ανακάλυψαν την πρόταση «Να πετά-ξουμε τα βιβλία που παραποιούν την Ιστορία μας» και κάτω απ᾽ αυτήν την πρόταση υπήρχε η λέξη nashi. Σίγουρα αυτή η πρόταση αφορά το Ιστορικό Τμήμα της Σχολής και ένας θεός ξέρει πώς εννοείται αυτή η παραποίηση, η οποία μπορώ να βεβαιώσω σίγουρα υπάρχει. Οι άσπιτοι δεν καταλάβαιναν και πολύ απ᾽ την επιστήμη της ιστορίας, αλλά μάλλον θα έβλεπαν το σύνθημα παρατραβηγμένο. Οι ίδιοι βέβαια θα ήθελαν κάποιο χαρτί ή έστω και βιβλίο για να βάλουν φωτιά τις κρύες νύχτες του χειμώνα, αλλά δεν γνωρίζω, αν υπήρχαν κάπου τοποθετημένα τα προς απόσυρση βιβλία.
Φαίνεται πως στη Σχολή αυτή δεν ήταν και τόσο διαδεδομέ-νος ο διαπολιτισμός, για τον οποίον υπερηφανευόταν τόσο πολύ ο πρόεδρος της χώρας ή μήπως αυτό ακριβώς ήταν μια ιδιαίτερη περίπτωση διαπολιτισμού;
Οι μπομζοί με επίμοχθη προσπάθεια και σίγουρα πολύ επί-πονα και καθόλου αμαχητί, αφού κάποιοι απ᾽ αυτούς έπεσαν λι-πόθυμοι απ᾽ την προσπάθεια που κατέβαλαν μέσα στ᾽ αέρια όλη αυτή την ώρα, και με χαλύβδινη επιμονή, μπόρεσαν να κυριαρχήσουν και να καταστρέψουν τις ακρίδες, οι οποίες ακόμα και σήμερα που θυμάμαι το γεγονός αυτό, με προβληματίζουν. Τι γύρευαν αυτές στη Φιλολογική Σχολή; Έχασαν το δρόμο τους ή είναι το φυσικό τους περιβάλλον; Η Κοσμητεία της Σχολής είχε συγκεντρώσει όλα αυτά τα πονηρά ζωύφια, ανήμπορα πια, ανίκανα να προξενήσουν και την παραμικρή βλάβη. Το πράσινο αίμα τους έρεε στα χαλιά των γραφείων, κάλυπτε τις σκάλες, και τα σπασμένα τους φτερά είχαν διασκορπιστεί παντού γύρω. Ήταν ένα θέαμα αποκρουστικό, όσο και θριαμβικό, κάτι που μας κάνει να σκεφτούμε πως η μορφωτική υστέρηση δεν είναι και τόσο μεγάλο πρόβλημα, αφού άνθρωποι πραγματικά λίγο μορ-φωμένοι μπόρεσαν και κατατρόπωσαν αυτούς τους εχθρούς της επιστήμης.
Το μεγαλύτερο, όμως, πρόβλημα θα το αντιμετώπιζαν στο ισόγειο και δεν το αντιλαμβάνονταν. Τα ποντίκια, ένα απ᾽ τα πιο αγαπητά ζώα σ᾽ αυτή την πόλη, θ᾽ αναδεικνύονταν τουλάχιστον ένας σκληρός κι ατίθασος αντίπαλος. Ναι, αυτό είναι το χαρα-κτηριστικό τους. Αυτά τα μικρά είναι τελείως απείθαρχα, αν-υπάκουα, ατίθασα και ακηδεμόνευτα, δεν πιάνονται εύκολα και συν τοις άλλοις έχουν τη μοναδική ικανότητα να βρίσκουν διό-δους διαφυγής ακατανόητες και αόρατες στο πλατύ κοινό. Ένα ποντίκι μοιάζει μ᾽ έναν ανυπάκουο νεαρό ή και νεαρή, θα έλεγα απλώς με ένα νέο άνθρωπο ή ακόμα περισσότερο μ᾽ ένα απεί-θαρχο μωρό.
Η Νομική Σχολή μαζί με τα μικρά μαγαζάκια της, έμελλε να είναι η βάση αυτού του κτιρίου.
Οι νόμοι, εξάλλου, είναι το θεμέλιο της κοινωνίας.
Οι μπομζοί εδώ είχαν ένα ιδιαίτερα δύσκολο έργο, γιατί θα έπρεπε, όχι μόνο να εξοντώσουν αυτό το είδος των τρωκτικών αλλά θα έπρεπε να τα ξετρυπώσουν από παντού, απ᾽ τις μικρές τρυπούλες και ρωγμές όπου είχαν μπει και φωλιάσει. Αυτό ήταν ιδιαίτερα επίπονο και επισφαλές και συν τοις άλλοις θα έπρεπε να αποτρέψουν την από κοινού εμφάνιση ποντικών και τυφλο-πόντικων. Δεν είναι αφέλεια να καταγράψουμε πως η ενιαία δύναμη αυτών των τρωκτικών είναι πολύ ισχυρή για το λόγο πως βρίσκουν διαφυγή στη γη, στο υπέδαφος και εδώ είναι πραγματικά δύσκολο να καταπολεμηθούν. Γι᾽ αυτό δεν απαιτείται απλός μυοκτόνος αλλά μυοσκαπανέας ή μυοεξορύκτης. Μια τελείως διαφορετική ειδικότητα, που εξ όσων γνωρίζω δεν υπάρχει πια σ᾽ αυτήν την πόλη. Αυτή η ειδικότητα δεν είχε πολλούς ειδικούς ούτε και στις πόλεις του Νότου, όπου τα ποντίκια κάνουν πραγματικά θραύση, παρά μόνο στους σιτοβολώνες αυτής της χώρας κι οι άνθρωποι που ασχολούνται μ᾽ αυτό το επάγγελμα υπογράφουν συμβόλαιο μόνιμης εγκατάστασης στην περιοχή, χωρίς δικαίωμα απουσίας, ακόμα και για έναν τόσο ιερό σκοπό. Πάντα βέβαια, όταν υπάρχει έκτακτη ανάγκη, μπορεί να βρεθεί λύση με τη μεσολάβηση κάποιου ιεραρχικά ανώτερου.
Οι άσπιτοι προχώρησαν με το εξής σχέδιο: όπου έβλεπαν πλήθος μυών τα εξολόθρευαν με φλογοβόλα. Όπου έβλεπαν τρύ-πες και ρωγμές τοποθετούσαν στην είσοδο μεγάλες φάκες κι έριχναν μέσα ασφυξιογόνα αέρια, έτσι ώστε οι ποντικοί να βγουν και να πιαστούν. Δεν ήθελαν να παραμείνουν ψόφιοι ποντικοί στα ντουβάρια, κάτι που θα προκαλούσε δυσοσμία στο εκπαιδευτικό αυτό ίδρυμα.
Η εξολόθρευση, γιατί περί αυτού επρόκειτο, προχωρούσε φαινομενικά καλά. Οι φίλοι μας παρά το ότι ήταν πια πρωινές ώρες ακοίμητοι και ακάματοι προχωρούσαν στο έργο τους. Σί-γουρα δεν θα ήταν λίγοι κι αυτοί που πίστευαν πως όλα έβαιναν όντως καλά. Όπως επίσης δεν ήταν και λίγοι απ᾽ την ομάδα τους που πίστευαν πως σε λίγο θα μπορούσαν πια να ξεκουραστούν.
Όμως απ᾽ την άλλη, τους προβλημάτιζε που δεν έβλεπαν με-γάλα πλήθη ποντικών. Τι να υποθέσουν, πως δεν υπήρχαν πια; Πως είχαν κάπου φωλιάσει; Κάποιος, ο γεροντότερος, κατάλαβε τι συνέβαινε. Τα ποντίκια επειδή διέθεταν ανώτερη νοημοσύνη, καταλάβαιναν πως δεν μπορούσαν να εμφανιστούν όλα μαζί. Γνώριζαν τους νόμους και τις συμβάσεις, εξάλλου στη Νομική κατοικούσαν, πως, αν εμφανίζονταν σε συντροφιές άνω των πέντε ατόμων θα τους χτυπούσαν αλύπητα και γι᾽ αυτό διάλεξαν να κάνουν μικρές εμφανίσεις. Έπειτα, μια μεγάλη ομάδα πολλών στοιχείων απ᾽ αυτά μπόρεσε και κρύφτηκε για τα καλά. Οι ποντικοί προτίμησαν τον άνισο αγώνα με τους διώκτες τους – το δρόμο της παράνομης δράσης.
Πραγματικά, όταν ο γέρο Ντίμα μπήκε στο νόημα, πήρε μια ομάδα άσπιτων και κατευθύνθηκε στα υπόγεια του εκπαιδευ-τικού ιδρύματος. Εκεί πίστευε πως ήταν μαζεμένοι οι ποντικοί και πράγματι δεν έκανε λάθος. Ο γέρο Ντίμα στα νιάτα του είχε ταξι-δέψει στην Αίγυπτο για περιπέτειες και είχε βρεθεί και στην έρημο. Στην Αλεξάνδρεια είχε συναντήσει Έλληνες και δούλεψε στη δούλεψή τους. στο μυαλό του τριγύριζαν εικόνες απ᾽ τη χώρα με τις εφτά πληγές του Φαραώ, νιώθοντας πως κι ο ίδιος τώρα βάλλεται από μια τέτοια πληγή.
Στους διαδρόμους του υπογείου ένιωσαν όλοι έκπληξη και τρόμο! Συνάντησαν μεγάλα στίφη ποντικών αλλά και αρουραίων που τρέχοντας με θόρυβο μέσα από τρύπες και καταπακτές, έμπαιναν βαθιά στα έγκατα της γης! Μεμιάς όλη αυτή η φαιοσκούρα αποικία είχε ταφεί λες και δεν υπήρχε πια!
Τώρα βρέθηκαν σε πραγματικό αδιέξοδο, παρέλυσε η σκέψη και το χέρι. Δεν ήθελαν να πιστέψουν τι θα επακολουθήσει. Εξάλλου κάποιοι απ᾽ αυτούς, οι πλέον ευσυνείδητοι και αφελείς ίσως, εργάζονταν για τον εντοπισμό και την εξολόθρευση μεμο-νωμένων ποντικών. Όμως το μέγα πλήθος του εχθρού ήταν χω-μένο μέσα στα θεμέλια αυτού του κτηρίου. Στα θεμέλια που με μεγάλη μαεστρία είχε φτιάξει ένας κονστρουκτιβιστής αρχιτέ-κτονας.
Τα θεμέλια σε άλλη περίπτωση δεν θα τους απασχολούσαν.
Η ώρα περνούσε κι ο ιδρώτας έλουζε τα πρόσωπά τους, τόσο απ᾽ την υπερπροσπάθεια, αλλά και από κάποιον αόριστο φόβο που σε ωθεί η άγνοια για το μέλλον.
Σε λίγο, λες και κάποιοι το περίμεναν, ακούστηκαν οι πρώ-τοι τριγμοί, έμοιαζαν με τριγμούς ψάθινης καρέκλας που δεν αντέχει πια το βάρος του ανθρώπου. Καταλάβαιναν πως στα θε-μέλια κάτι το αποκρουστικό συνέβαινε! Ένας έκραξε «Όλοι έξω!», αν κι αυτό δεν ταιριάζει με την ψυχική διάθεση των ανθρώπων της χώρας αυτής, που διακρίνονται για την αυτοθυσία τους. Πετάχτηκαν έξω, θέλοντας και μη, με το φόβο μιας επώδυνης έκβασης απ᾽ αυτό το παράλογο συμβάν που δεν το χωράει το μυαλό ανθρώπου. Πώς είναι δυνατόν τα τρωκτικά να καταστρέψουν τα θεμέλια αυτού του κονστρουκτιβιστικού κτηρίου;
Αυτό που σκέφτονταν οι άνθρωποι που ήταν μέσα, εξάλλου και οι άσπιτοι άνθρωποι είναι, ήταν πώς να σωθούν και γρήγορα πετάχτηκαν έξω. Δεν τους πείραζε καθόλου μα καθόλου ότι θα καταστρεφόταν ένα τόσο ωραίο κτήριο! Αλλά κι ένας νεαρός φιλόμουσος μπομζ, που φυλούσε σκοπιά στον όροφο της φιλολογίας και περιεργαζόταν παλιές εκδόσεις αρχαίων Ελλήνων και Λατίνων, πετάχτηκε κι αυτός έξω, πετάχτηκε έξω από τρόμο σαν αυθόρμητη αντίδραση στο άγνωστο.
Το ωραίο κτήριο κάτω απ᾽ το βλέμμα των απολυμαντών του, άρχισε να γέρνει σαν ένα δέντρο που του ξήλωναν τις ρίζες. Ήταν όλοι μαζεμένοι έξω από την κεντρική είσοδο, πίσω απ᾽ το τεράστιο σιντριβάνι που παιχνίδιζε με τα νερά του. Άρχισε να γέρνει αριστερά και μετά δεξιά, σαν μεθυσμένος ξενύχτης, ύστερα πάλι μπρος πίσω, προκαλώντας τη λύπηση σ᾽ αυτούς τους ανθρώπους για την κατάντια του. Πήρε μια μεγάλη κλίση προς τα μπρός και ακούστηκε ένα δυνατό «αααχ!» και ως εκ θαύματος στάθηκε εκεί. Έμεινε σ᾽ αυτή την κλίση που ίσως να ήταν και εξήντα μοιρών, αρκετή ώρα. Δεν ακουγόταν πια ούτε τριγμός, ούτε θόρυβος! Το κτήριο έλαβε την τελική του κλίση, όπως μια επίκυψη ομολογία ή σαν μια κολυμβήτρια πριν τη βουτιά στα βαθιά.
Το κτήριο, λαβωμένο βαριά, είχε σωθεί! Έμοιαζε σαν κοτέτσι που στηριζόταν στα ποδαράκια ενός κοτόπουλου.
Οι άσπιτοι χάρηκαν, γιατί σώθηκε αυτό το εκπαιδευτικό ί-δρυμα και γνώριζαν πως στην πόλη αυτή υπάρχει μεγάλη και σύγχρονη τεχνολογία για την επανόρθωση κτηρίων, έστω και με μια τέτοια κλίση. Αυτό θα ήταν το λιγότερο που θα μπορούσε να κάνει η πολιτεία γι᾽ αυτούς και για το κτήριο. Ένιωσαν όμως και λίγο ως πολύ ένοχοι που η δική τους παρουσία εκεί, προκάλεσε αυτό το κακό. Αλλά μήπως ευθύνονταν τα κονστρουκτιβιστικά θεμέλια του κτηρίου; Τι τελικά ευθυνόταν, δεν μπόρεσαν να εξη-γήσουν και ξέχασαν παντελώς τους νομομαθείς ποντικούς, οι οποίοι τώρα έβγαιναν σε μεγάλη πομπή νικητές απ᾽ το γερμένο κτήριο, ακολουθώντας πορεία προς τα αριστερά, αλλά χωρίς να τους προσέχει πια κανείς.
Τα παλαιά κτήρια της πόλης αντέχουν πιο πολύ!
Ζωή στο δρόμο, Αθήνα, 2015 (διηγήματα για τη Μόσχα) |