Ιουνίου 02, 2021

Μιλώντας για τη φιλοσοφία και το νόημα της ζωής

 Μιχάλης Πάτσης



Η Σώτη Τριανταφύλλου, ανεξαρτήτως αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί μαζί της είναι μια συγγραφέας η οποία νιώθει την ανάγκη να δίνει πάντοτε κάποιο έργο. Είναι ταυτόχρονα και παράδειγμα εργατικού και αφοσιωμένου μυθιστοριογράφου, αφού έχει γράψει τόσα έργα. Κάποιος είναι συγγραφέας, όχι τόσο, και μάλλον καθόλου, γιατί θέλει να επικοινωνήσει το έργο με τους άλλους, αλλά ούτε επειδή θέλει να γίνει γνωστός. Κάποιος είναι συγγραφέας, γιατί αυτός ο κάποιος δεν μπορεί ζει χωρίς να γράφει. Όταν κάποιος νιώθει τη γραφή σαν εσωτερική ανάγκη, τότε γίνεται και συγγραφέας. Όμως πώς θα καταλάβουμε πως η γραφή αποτελεί εσωτερική ανάγκη; 

Γράφω λοιπόν σημαίνει έχω την εσωτερική, ψυχική και υπαρξιακή ανάγκη για αυτό. Η Τριανταφύλλου νομίζω ανήκει σε αυτή την κατηγορία των συγγραφέων που υπακούν σε μια εσωτερική ανάγκη να γράψουν. Ωστόσο πολύ συχνά τα έργα της φαίνεται να είναι βιαστικά, γρήγορα και να μην ψάχνουν βαθύτερα κάποια ζητήματα. 

Το έργο που μου έκανε εντύπωση είναι το «Μιλώντας για τη φιλοσοφία». Ένα από τα δοκιμιακή της. Είναι βιβλίο που προορίζεται για νέους και δεν είναι από τα γνωστά της. Αν είναι καλά γραμμένο ένα τέτοιο βιβλίο προορίζεται ταυτόχρονα για όλους, ακόμα και για τους μεγάλους. Τα φιλοσοφικά προβλήματα είναι ίδια. Μόνο οι ειδικοί τα αντιμετωπίζουν πιο εξειδικευμένα. Η Τριανταφύλλου είχε εντοπίσει την αδυναμία του σχολικού βιβλίου Φιλοσοφίας της Β΄ Λυκείου να διαμεσολαβήσει τη φιλοσοφία στους νέους του Λυκείου και θεώρησε σκόπιμο να αντιπροτείνει ένα δικό της διαφορετικό βιβλίο, το οποίο μάς δημιουργεί θετική εντύπωση, τόσο για την επιλογή, όσο και τον τρόπο γραφής. Η ίδια έχει σπουδάσει τόσο θετικές όσο και θεωρητικές επιστήμες και έχει εκείνη τη δυνατότητα να καταπιαστεί με ένα τέτοιο έργο, αν και δεν είναι επαγγελματίας φιλόσοφος. Είναι γνωστό που δεν ντρέπεται να πει τη γνώμη της και τις περισσότερες φορές οι απόψεις της συζητιούνται. Το βιβλίο της αν και φαίνεται πως είναι γραμμένο γρήγορα, δεν υποτιμά κανένα σημαντικό φιλοσοφικό πρόβλημα.

Αυτό, διαπιστώνουμε πως κύρια μορφή αφήγησης είναι ο διάλογος. Το βιβλίο στηρίζεται στους διάλογους της συγγραφέως με την Αλίκη, μια νεαρή μαθήτρια που φοιτά στη Β’ Λυκείου και διδάσκεται φιλοσοφία. Η παλιά συνταγή των πλατωνικών διαλόγων εφαρμόζεται και εδώ σε νέες συνθήκες και επιβεβαιώνεται η επικαιρότητά του φιλοσοφικού ή επεξηγηματικού διαλόγου. Οι απόψεις της συγγραφέως που «μεταφέρονται» στη μικρή μαθήτρια δεν περνούν απαρατήρητες, γεννούν την ερώτηση, τον αντίλογο, την επάνοδο για διευκρινήσεις και τέλος την τελική διατύπωση. Κάποιες φορές υπάρχει και κάποια σύνθεση απόψεων, αν και αυτό δεν προβλέπεται από το συγκεκριμένο είδος. Η συγγραφέας θέλει να διδάξει και όχι να διερευνήσει μαζί με την νεαρή μαθήτρια. Θα ήταν διαφορετικό ίσως το αποτέλεσμα αν το βιβλίο προέβλεπε τη σύνθεση. Δεν θα ήταν τότε βιβλίο εκμάθησης, αλλά φιλοσοφικός διάλογος.

Πάντως στο βιβλίο της Τριανταφύλλου για τη φιλοσοφία ο διάλογος είναι ιδιαίτερα υποβοηθητικός στο σκοπό του έργου, να μεταβιβάσει στη νέα τα φιλοσοφικά ζητήματα. Σε αρκετές περιπτώσεις ο διάλογος είναι ζωντανός και ρεαλιστικός. Σε πολλά σημεία είναι πάνω απ’ όλα κατανοητός με τη σκέψη της συγγραφέως να καθοδηγεί σωστά το έργο. Ένα τέτοιο έργο δεν είναι δυνατόν να δίνει πολλές πληροφορίες και στην αρχή του το βιβλίο με μέτρο μιλά για τα φιλοσοφικά ζητήματα.

Η φιλοσοφία όπως τη διδάσκει το βιβλίο αυτό αποτελεί μια θεώρηση, ένα τρόπο σκέψης στον οποίον η νεαρή Αλίκη μπαίνει σιγά σιγά στο νόημα. Αυτό καλύπτει όπως είναι φυσικό τα σπουδαιότερα φιλοσοφικά ζητήματα που ετέθησαν ανά τους αιώνες. Από τους αρχαίους ως τη σύγχρονη εποχή. Έτσι τα θέματα που καλύπτονται εδώ είναι ο ορισμός της φιλοσοφίας, της αγάπης, ο σκοπός της τέχνης, η πραγματικότητα και η σκέψη μας για αυτή, για τη θρησκεία, για την ελευθερία, για τα ιδεώδη, την ελευθερία, την ευθύνη και τόσο άλλα.

Η συγγραφή τέτοιων βιβλίων τα οποία έχουν εκπαιδευτικό σκοπό και στηρίζονται στο διάλογο είναι δημοφιλή στο εξωτερικό και στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί αρκετά από αυτά τα τελευταία χρόνια, ενδεικτικά αναφέρω τα έργα του Φερνάντο Σαβατέρ «Μιλώντας στο γιο μου για την ηθική και την ελευθερία», «Μιλώντας στο γιό μου για την πολιτική και τη δημοκρατία» ή το έργο του Hubert Reeves «Μιλώντας για το σύμπαν στα εγγόνια μου», το οποίο μάλιστα έχει μεταφράσει η ίδια η Σωτηροπούλου.

Η ιδέα για το παραπάνω έργο της Τριανταφύλλου ίσως να προέρχεται από αυτά τα βιβλία και την προβληματική και ίσως έχει σχέση με τους διάλογους που και η ίδια έχει διαβάσει ή μεταφράσει και νομίζω πως η πηγή της είναι αγγλοσαξονική. Αυτό καταδεικνύεται περισσότερο, γιατί δεν υπάρχει καθόλου αναφορά στη σημερινή Ελλάδα, κινηματογράφο, βιβλίο, θέατρο, ζωγραφική, φιλοσοφικά βιβλία Ελλήνων. Δηλαδή η Αλίκη που διαμένει στην Αγία Παρασκευή, θα πρέπει να μάθει τι διαλαμβάνεται στο χώρο της φιλοσοφίας μέσω των βιβλίων που βγαίνουν στην Αμερική, μέσω των τηλεοπτικών σειρών των διεθνών μέσων. Αυτό μου θυμίζει λίγο την άλλη συνήθεια που είχαν οι κομμουνιστές στα παλιότερα χρόνια να εκδίδουν φιλοσοφικά βιβλία της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ απευθυνόμενα στον Έλληνα αναγνώστη. 

Το βιβλίο όμως είναι πράγματι αναγκαίο και μπορεί να βοηθήσει τους νέους. Αλλά αρκεί μόνο η καλή χρήση της γλώσσας και η γνώση της διεθνούς βιβλιογραφίας για να γράψεις ένα φιλοσοφικό βιβλίο; Μάλλον όχι. Θα πρέπει στη γραφή να φανεί πως αυτό αποτελεί μια εσωτερική ανάγκη σου έτσι που να μπορέσεις να προσθέσεις κάτι στη όλη μελέτη.