Νοεμβρίου 06, 2020

Marina Slaviatinskaya,

 Μιχάλης Πάτσης


Marina Slaviatinskaya,

Προσθήκη λεζάντας
«Εγχειρίδιο διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας»

Το βιβλίο αυτό διαθέτει πολλά προτερήματα για να τραβάει σήμερα την προσοχή μας, εξάλλου ένα εγχειρίδιο διδασκαλίας ιδίως μιας γλώσσας κλασικής όσο και «νεκρής» δεν έχει ημερομηνία λήξης. Η συγγραφέας του, η Μαρίνα Σλαβιατίνσκαγια, είναι καθηγήτρια του Τμήματος Κλασικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Μόσχας – Λομονόσοφ και πρόεδρος του Μεθοδολογικού Κέντρου Διδασκαλίας της Κλασικής Φιλολογίας στη Ρωσία (UMO).

 Θα πρέπει να τονίσουμε, πως το συγκεκριμένο Τμήμα ήταν το πρώτο που δημιουργήθηκε στο Πανεπιστήμιο της Μόσχας, από τον επιστήμονα Λομονόσοφ, ταυτόχρονα με την ίδρυσή του, το μακρινό 1755 και έχει διαδραματίσει σπουδαίο ρόλο στην πνευματική ζωή της Ρωσίας και της ΕΣΣΔ. Από το Τμήμα αυτό έχουν αποφοιτήσει πολλοί διαπρεπείς επιστήμονες της σύγχρονης Ρωσίας που καλύπτουν μια ευρεία γκάμα επιστημών και ενδιαφερόντων από τη γλωσσολογία ως τη φιλοσοφία και από τη λογοτεχνία ως τη λαογραφία και την ιστορία. Οι απόφοιτοί του διακρίνονταν για τη βαθύτατη ροπή τους προς την έρευνα και τη δημιουργία, για τη νεωτερικότητα και την βαθύτερη κατανόηση τόσο της ρωσικής πραγματικότητας, όσο και της ρωσικής παράδοσης, κάτι που θα πρέπει να νοηθεί ως ένα «δώρο» του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού στο σύγχρονο ρωσικό πολιτισμό.

Το βιβλίο της Μ. Σλαβιατίνσκαγια είναι ένα από τα πολλά εγχειρίδια της αρχαίας ελληνικής που έχουν κυκλοφορήσει στη Ρωσία τα τελευταία χρόνια, είτε αυτά αποτελούν επανεκδόσεις παλαιότερων έργων, είτε αποτελούν νέες προσπάθειες. Σημαντικό εγχειρίδιο με επίκαιρη σημασία είναι αυτό του παλαιότερου φιλολόγου Σεργκέι Σομπολέφσκι, με πρώτη έκδοση το 1948, το οποίο ακόμα και σήμερα είναι δημοφιλές και αγαπητό στους φοιτητές. Όμως η κάθε γενιά είναι καλό να διδάσκεται από νέα εγχειρίδια τα οποία καθρεφτίζουν την εποχή, τόσο την επιστημονική, όσο και την πολιτισμική.

Η ιδιαιτερότητα του βιβλίου της Σλαβιατίνσκαγια είναι πως συνδυάζει τη σύγχρονη επιστημονική έρευνα στη μελέτη της ελληνικής, με τις καλύτερες ρωσικές παραδόσεις, τις ρωσικές διδακτικές μεθόδους με τη σύγχρονη απαίτηση για όσο το δυνατόν πιο άρτια γνώση της αρχαίας ελληνικής. Η εκμάθηση της αρχαίας ελληνικής στη ρωσική πρωτεύουσα είναι ένα ενδιαφέρον ζήτημα, η μελέτη του οποίου συμβάλει στην καλύτερη διδασκαλία και έρευνα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Αυτή στηρίζεται στην αφοσίωση στα αρχαία ελληνικά και στα αρχαία ελληνικά κείμενα, στην εκμάθηση και συνεχή τριβή με το λεξιλόγιο και τη γραμματική της, στην προβολή του αρχαίου ελληνικού λόγου πρωτογενώς, χωρίς επιδίωξη σύγκρισης με τα νέα ελληνικά.

Το βιβλίο αυτό αποτελεί μια ανθρώπινη, όσο και επιστημονική προσπάθεια ενός αφοσιωμένου επιστήμονα στα αρχαία ελληνικά, αποτελεί προϊόν αναζήτησης, σκέψεων και μελέτης, εφαρμογής και δοκιμών στην εκπαιδευτική πράξη, αποτέλεσμα γνώσης της επιστημονικής και διδακτικής βιβλιογραφίας, πολυετούς μελέτης και κυρίως της διδασκαλίας της ελληνικής γλώσσας. Η ίδια έχει αποφοιτήσει από το ίδιο Τμήμα, το 1958 και συνεχίζει ως σήμερα τη διδασκαλία σε αυτό.

Το βιβλίο αποτελείται από «Εισαγωγικό μέρος», «Τρία μέρη», από τα οποία τα δύο πρώτα αφορούν στη διδασκαλία των γραμματικών δομών της αρχαίας ελληνικής, ενώ το τρίτο μέρος επικεντρώνεται στη διδασκαλία των διαφόρων μορφών της ελληνικής γλώσσας, επίσης από «Γραμματικό οδηγό», ο οποίος αναλύει λεπτομερέστερα κάποια γραμματικά φαινόμενα της γλώσσας, από «Ευρετήριο γραμματικών όρων», καθώς και από «Ελληνορωσικό και ρωσοελληνικό γλωσσάριο». Στο τέλος παρατίθεται και βασική βιβλιογραφία επ’ αυτού. Σημαντικό στοιχείο του εγχειριδίου είναι ο «εξωγλωσσικός» ή «παραγλωσσικός» οδηγός της Αρχαίας Ελλάδας, δηλαδή η παράθεση σε κάθε μάθημα οπτικού υλικού, αναφερόμενο στον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό. Αυτός περιλαμβάνει υλικό, αλιευμένο από αγγεία και αρχαία μνημεία το οποίο γνωρίζει τον αναγνώστη με διάφορους τομείς του αρχαίου πολιτισμού, όπως π.χ. τα επαγγέλματα, τα οικιακά σκεύη, τα είδη θεάτρου. Αυτή η παράθεση τα οποία προσδίδει μια αισθητική και χρηστική διάσταση στο κάθε μάθημα, γνωρίζοντας τους φοιτητές με την πραγματική αρχαιοελληνική ζωή.

Το επικοινωνιακό πλαίσιο του κάθε μαθήματος, όπως είναι διαρθρωμένο στο εγχειρίδιο, έχει στόχο την υποβολή του φοιτητή στο πνεύμα της αρχαίας Ελλάδας και της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, έτσι ώστε κατά τη διάρκεια του μαθήματος να αφοσιωθεί στη μελέτη της, αποκομμένος από τη γύρω πραγματικότητά του. Ως διδακτική μέθοδο το συγκεκριμένο εγχειρίδιο προτείνει τη λογική – γραμματική – πολιτισμική εξέταση της αρχαίας ελληνικής. Το εγχειρίδιο απευθύνεται στους κλασικούς φιλολόγους, οι οποίοι διδάσκονται από αυτό σε διάστημα δύο (2) ετών, όμως χρησιμοποιείται και για τους φιλολόγους που διδάσκονται αρχαία ελληνικά ένα ή δύο εξάμηνα, ανάλογα με την ειδικότητά τους στα ρωσικά πανεπιστήμια, οι οποίοι διδάσκονται τμηματικά από αυτό.

Το «Εισαγωγικό μέρος» περιλαμβάνει τέσσερα (4) μαθήματα, στα οποία συναντούμε σύντομο ιστορικό οδηγό της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, 5ος αιώνας π.Χ – 4ος αιώνας μ.Χ, όπου οποίο δίνεται ιδιαίτερο βάρος στην ιστορία των διαλέκτων και ιδιαίτερα της αττικής διαλέκτου, αναφορά στην αρχαία ελληνική μυθολογία, μάθημα φωνητικής της αρχαίας ελληνικής, το σύστημα των συμφώνων και των φωνηέντων με αναγωγή στην ινδοευρωπαϊκή γλώσσα. Η συγγραφέας αναφέρεται σε όλες τις θεωρίες φωνητικής απόδοσης της αρχαίας ελληνικής, (Ρόιχλιντ, Έρασμος, Νεοελληνική εκφορά), στηρίζει όμως τα μαθήματα του βιβλίου της στην ερασμιακή προφορά, την οποία θεωρεί την μόνη ακαδημαϊκά αποδεκτή.

Το «Δεύτερο μέρος» αποτελείται από τριάντα τέσσερα (34) μαθήματα και εδώ παραδίδεται η αρχαία ελληνική γλώσσα σε όλα τα επίπεδα της γραμματικής ανάλυσης το μορφολογικό, λεξιλογικό, σημασιολογικό, συντακτικό καθώς και το κειμενικό. Σε αυτό το μέρος παραδίδεται με ιδιαίτερη προσοχή η γραμματική και λεξιλογική ανάλυση της αρχαίας ελληνικής γλώσσας. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τού μέρους αυτού είναι η διδασκαλία με γνώμονα τις παιδαγωγικές αρχές: « η παράθεση του υλικού γίνεται από το απλό στο σύνθετο, από το ήδη γνωστό, στη νέα πληροφορία», «πρόταξη του βασικού, του κεντρικού», «επανάληψη και διεύρυνση των γνώσεων», «πρόκληση του ενδιαφέροντος του φοιτητή», «όλα τα ερωτήματα του εγχειριδίου, απαντώνται στο ίδιο βιβλίο».

Η επιστημονική προτίμηση στην παράθεση του υλικού στηρίζεται στο δομισμό, με την επικουρία της ιστορικοσυγκριτικής ακρίβειας, και στον λειτουργισμό. Ο λειτουργισμός διαφαίνεται από την παράθεση του ρήματος στην αρχή της διδασκαλίας, η διδασκαλία του ρήματος προτάσσεται στο πρώτα μαθήματα του «Πρώτου μέρους» και μετά προσφέρεται η διδασκαλία του ονόματος, κάτι που παραπέμπει στη δεσπόζουσα σημασία του ρήματος στη διαμόρφωση της πρότασης, επίσης προτάσσεται το ρήμα που είναι ιδιαίτερα δύσκολο και ο φοιτητής πρέπει από την αρχή να μάθει να εξοικειώνεται μαζί του. Ο λειτουργισμός διαφαίνεται και στην συνεξέταση του ουσιαστικού, επιθέτου, μετοχής καθώς και των αντωνυμιών που υπόκεινται στους ίδιους μορφολογικούς κανόνες, ανάλογα με την κλίση. Όταν δεν υφίσταται η συνεξέταση, τα ομοειδή μορφολογικά φαινόμενα διδάσκονται με μια εγγύτητα. Ο δομισμός υπάρχει στην εξέταση των μορφικών στοιχείων των λέξεων, στην εξέταση των ριζών, των μορφολογικών φαινομένων των λέξεων. Δεν προσφέρονται όμως ανύπαρκτα παραδείγματα στο εγχειρίδιο, ως αποτέλεσμα ενός απλοϊκού δομισμού, που αποφεύγει τα συγκεκριμένα παραδείγματα, π.χ. στην προθηματοποίηση δεν δίνονται ανύπαρκτα παραδείγματα παραγωγής. Επίσης ένας παιδαγωγικός δομισμός που ενυπάρχει στο εγχειρίδιο είναι η απλότητα, η σαφήνεια, η παράθεση με βάση τη ενότητα κάθε μορφής. Ενώ το εγχειρίδιο ξεκινά με την παράθεση του ρήματος, διδάσκει πολύ προσεκτικά τις φωνές, τις εγκλίσεις κάθε φωνής, χωρίς να αναμειγνύει τις δύο φωνές και τις εγκλίσεις τους στην κατάρτιση κάθε ξεχωριστού μαθήματος.

Αξίζει να προσεχθεί πως καταβάλλεται προσπάθεια από τη συγγραφέα έτσι ώστε ο φοιτητής να μην αντιμετωπίσει ιδιαίτερες δυσκολίες στη γνωριμία του με τη γλώσσα, γι’ αυτό προσαρμόζεται και το όλον μάθημα σε αυτήν την αρχή, γνωρίζοντας πως το κάθε μάθημα πρέπει να κινείται στον ίδιο βαθμό δυσκολίας και να μην περιέχει άγνωστα σημεία ως εκείνη τη στιγμή στον φοιτητή. Το εγχειρίδιο, επειδή, ιδίως στο ζήτημα του λεξιλογίου, στηρίζεται στο «ελάχιστο (μίνιμουμ) λεξιλόγιο», δίνει τη δυνατότητα στον διδάσκοντα να συμπληρώσει το υλικό κατά την κρίση του, ανάλογα με τις δυνατότητες της ομάδας φοιτητών του τμήματός του.

Εξετάζοντας τη δομή του μαθήματος μπορούμε να κάνουμε κάποιες διαπιστώσεις για τη διάρθρωσή του. Κάθε μάθημα ξεκινά, στην πρώτη υποενότητα, με την παράθεση κάποιου γραμματικού φαινομένου, μορφολογίας ή σύνταξης ολοκληρωμένα, δηλαδή προσφέρεται θεωρία, παραδείγματα, εξαντλητικές σημειώσεις-επεξηγήσεις, ασκήσεις. Στο ίδιο μάθημα μπορεί να ακολουθεί και κάποιο άλλο γραμματικό φαινόμενο, το οποίο παρατίθεται με τον ίδιο τρόπο, θεωρία-παραδείγματα-ασκήσεις. Επομένως στην αρχή παρατίθεται σύντομη αναφορά στο φαινόμενο που πρόκειται να διδαχθούν στο μάθημα αυτό, π.χ. αναφέρεται στη σημασία της γραμματικής έννοιας «αθέματη κατηγορία ρημάτων», ποια είναι τα στοιχεία της, ποια ρήματα περιλαμβάνονται σ’ αυτήν και ποιο είναι το χαρακτηριστικό αναγνωριστικό τους στοιχείο, παρατίθεται σύντομα δηλαδή η θεωρία και δίδονται οι μεταφράσεις των κύριων αθέματων ρημάτων στα ρωσικά. Έπειτα παρατίθενται τα πρότυπα κλίσης των ρημάτων, έπειτα στο τέλος αυτού του μέρους, δίδονται σημειώσεις για εξαιρέσεις, σημασία ρημάτων, κ.λ.π. Το τέλος του μέρους αυτού παρατίθενται ασκήσεις.

Ακολουθεί η δεύτερη υποενότητα του μαθήματος που ασχολείται με το αρχαίο κείμενο και την επεξεργασία του. Στο μέρος του κειμένου ακολουθούν μικρές, αλλά σημαντικές παρατηρήσεις επ’ αυτού, για θέματα μορφολογίας, σύνταξης ή λεξιλογίου. Αυτές οι γραμματικές παρατηρήσεις επί του κειμένου είναι σύντομες και σκοπό έχουν να γνωρίσουν τον φοιτητή γενικώς με κάποιο νέο φαινόμενο και δεν έχουν σκοπό να εμβαθύνουν. Στο τέλος αυτού του μέρους ακολουθούν πάλι ασκήσεις και ακολουθεί σύντομο λεξιλόγιο πάντα με μετάφραση στα ρωσικά, το οποίο αποτελεί ένα είδος « ελάχιστο λεξιλόγιο» το οποίο θα πρέπει να αφομοιώνεται από τον φοιτητή.

Η επόμενη υποενότητα του μαθήματος παραθέτει «Γλωσσικό - πολιτισμικό υλικό», με τη βοήθεια του οποίου γίνεται προσπάθεια γνωριμίας και εμπέδωσης του γλωσσικού υλικού της αρχαίας ελληνικής γλώσσας και του πολιτισμού, το οποίο έχει εισέλθει σε άλλες γλώσσες και σε άλλους. Το τελευταίο μέρος δεν αναφέρεται μόνο στο κύρος του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού, αλλά αποτελεί γνωστική προϋπόθεση οι φοιτητές να καταλαβαίνουν το λεξιλόγιο ρωσικό ή ξένο που στηρίζεται σε αρχαίες ελληνικές ρίζες, προθήματα ή επιθήματα.

Επομένως, καταληκτικά, η δομή του κάθε μαθήματος αποτελείται από τις εξής υποενότητες α: Γραμματική – παρατηρήσεις, ασκήσεις β: Κείμενο – γραμματικές και λοιπές παρατηρήσεις – Ασκήσεις γ: Γλώσσα και πολιτισμός – επεξηγήσεις – ασκήσεις.

Πιο συγκεκριμένα, ενδεικτικά αναφέρουμε παρακάτω τη σχεδίαση και παράθεση του υλικού στο δεύτερο (2ο) μάθημα αυτού του μέρους για το οποίο μιλήσαμε παραπάνω.

Πρώτη υποενότητα: Γραμματική. Σε αυτό εξετάζεται η αθέματη κατηγορία ρημάτων. Εξετάζονται: Τα είδη των ρημάτων. Ο ενεστώτας των ρημάτων. Πίνακες κλίσης των ρημάτων τίθημι, δείκνυμι. Παραστατική αναπαράσταση των αλλαγών στο θέμα του ρήματος. Παρατηρήσεις για τα ρήματα, δίδεται ιδιαίτερη προσοχή στην έννοια αρχικό και χρονικό θέμα του ρήματος. Ασκήσεις που καλύπτουν την εμπέδωση της υποενότητας, καθώς και σημασιολογικές ασκήσεις που αφορούν στη μάθηση των πολυλεκτικών συνθέτων ή περιφράσεων με μορφολογικά στοιχεία του μαθήματος ή σταθερών εκφράσεων της αρχαίας ελληνικής. Οι ασκήσεις είναι από τις γνωστές όπως συμπλήρωσης κενού, αντιστοιχίας, μετάφρασης, διαχωρισμού σωστού ή λάθους. Στις φράσεις, οι οποίες παρατίθενται σε κάθε μάθημα και δίδεται οδηγία να αφομοιωθούν από τους φοιτητές είναι τέτοιες που μπορούν να ονομαστούν χαρακτηριστικές για τα αρχαία ελληνικά. Έτσι στο παρόν μάθημα δίδονται προς εκμάθηση οι φράσεις, η άσκηση σημειώνει «συγκρατήστε στη μνήμη σας», εκφράσεις όπως: χαῖρε, χαίρετε, εὖ πρᾶττε (να είσαι ευτυχής), πρός σε χαίρειν λέγει (αυτός σε χαιρετά), ἑλληνίζειν (κάνω τα πάντα σύμφωνα με τους έλληνες, μιλώ ελληνικά), ἑλληνικῶς, ἑλληνιστί λέγειν (μιλώ ελληνικά).

Δεύτερη υποενότητα: Κείμενο. Αφού βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή του εγχειριδίου το κείμενο αποτελούν προτάσεις διαφόρων ειδών. Σε αυτό το μάθημα υπάρχουν καταφατικές και ερωτηματικές προτάσεις, προτάσεις με συνδετικά ρήματα. Μετά από αυτές τις προτάσεις, δεκατρείς τον αριθμό, υπάρχουν σύντομες παρατηρήσεις για τα ρήματα με μεταβατική και αμετάβατη σημασία, για τις απρόσωπες εκφράσεις και τις ερωτηματικές αντωνυμίες. Οι γραμματικές παρατηρήσεις δίνουν στο φοιτητή πληροφορίες για φαινόμενα της αρχαίας ελληνικής, αλλά ευσύνοπτα, να μάθει σύντομα και να συνδυάσει με γνώσεις από τη δική του γλώσσα φαινόμενα που μόλις διάβασε στο κείμενο. Σε κανένα κείμενο δεν υπάρχει υλικό το οποίο ο φοιτητής δεν έχει διδαχθεί, μορφολογικό ή συντακτικό ή δεν επισημαίνεται σε αυτό το οποίο εξετάζει εκείνη τη στιγμή. Π.χ. δεν παρατίθεται κατά την εκμάθηση της προστακτικής θεματικών ρημάτων, παραδείγματα ανωμάλων ρημάτων, τα οποία δεν έχουν διδαχθεί οι μαθητές ή δεν παρατίθενται παραδείγματα από την αθέματη κατηγορία, αφού ακόμα δεν έχουν διδαχθεί το φαινόμενο. Αξίζει να σημειωθεί πως οι ασκήσεις λεξιλογίου στηρίζονται στη μετάφραση λέξεων και φράσεων από και προς τα αρχαία ελληνικά.

Τρίτη υποενότητα: Γλώσσα και πολιτισμός. Παρατίθενται λέξεις στα ρωσικά που έχουν στο θέμα τους αρχαίες ελληνικές λέξεις και ζητείται από τους μαθητές να εντοπίσουν την καταγωγή των λέξεων, πχ. тема (θέμα), тезис (θέσις), дейктический (δείκνυμι, δεικτικός), какология (κακολογία), κ.τ.λ. Επίσης δίδονται ρητά και αποφθέγματα που προέρχονται από ελληνικές φράσεις και τις εντοπίζουμε σε πολλές γλώσσες και ζητείται από τους φοιτητές να εργαστούν με αυτά, να ορίσουν τη σημασία τους, π.χ. дамоклов меч (δαμόκλειος σπάθη), ахиллесова пята (αχίλλειος πτέρνα), нить Ариадна (ο μίτος της Αριάδνης) κτλ.

Στο «Τρίτο μέρος» της εγχειριδίου, το οποίο εκτείνεται σε 23 μαθήματα, εμβαθύνει στην κατανόηση του ρήματος της αρχαίας ελληνικής, εκθέτοντας τις οκτώ κατηγορίες των θεματικών ρημάτων, ανάλογα με το θεματικό τους φωνήεν, παράλληλα εμβαθύνει στα ρήματα. Εδώ υπάρχουν αναλυτικοί πίνακες για γνωριμία και εμβάθυνση με το φαινόμενο των πολλών κατηγοριών ρημάτων. Στο μέρος αυτό παρατίθεται τόσο θεωρία της γραμματικής της αρχαίας ελληνικής, όσο και θέματα ιστορίας της γλώσσας, καθώς και προβολή της σύγκρισης μεταξύ της αρχαίας ελληνικής, λατινικής και σλαβικών γλωσσών. Το μέρος αυτό είναι μέρος εμβάθυνσης. Εδώ, όπως και στο προηγούμενο μέρος, καταχωρίζονται κείμενα της αρχαίας ελληνικής, όπως του Ξενοφώντα, του Πλάτωνα, του Ισοκράτη, του Λυσία, του Λουκιανού κ.α.

Στο «Τέταρτο μέρος», το οποίο αποτελείται από εννέα (9) μαθήματα, γίνεται προσπάθεια γνωριμίας των φοιτητών με διάφορες μορφές της ελληνικής γλώσσας, από την ομηρική εποχή ως τη σημερινή κοινή νεοελληνική. Εδώ υπάρχουν διαφωτιστικά μαθήματα για την γλώσσα των ομηρικών επών και της λυρικής ποίησης, για την αττική διάλεκτο, τις διαλέκτους της αρχαίας ελληνικής, τον αττικισμό, την ελληνιστική κοινή, τη γλώσσα της Παλαιάς και της Καινής Διαθήκης, την ελληνική μεσαιωνική γλώσσα και για τη σύγχρονη ελληνική γλώσσα. Η συγγραφέας προσφέρει την ιδιοτυπία των μορφών αυτών της ελληνικής, προσφέροντας τα κατάλληλα κείμενα για την επαλήθευση αυτών των φαινομένων, χωρίς όμως να εξετάζει ενδελεχώς τις άλλες μορφές ελληνικής εκτός της αττικής διαλέκτου, κάτι που στη ρωσική γραμματεία αναπληρώνεται με άλλες εκδόσεις.

Συνοψίζοντας, οι γενικοί παιδαγωγικοί στόχοι που απορρέουν από το συγκεκριμένο εγχειρίδιο είναι η διαμόρφωση δεξιοτήτων στους τομείς: ανάγνωση της αρχαίας ελληνικής με την ερασμιακή προφορά, γραφή στα αρχαία ελληνικά, μετάφραση από τα αρχαία ελληνικά, μετάφραση προς τα αρχαία ελληνικά από τη μητρική γλώσσα. Οι συγκεκριμένοι γνωστικοί στόχοι που απορρέουν είναι: η ορθή κατανόηση των νόμων της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, η γνωριμία και η αφομοίωση της γραμματικής, η γνωριμία και η εμβάθυνση στα κείμενο.

Η συγγραφέας χρησιμοποιεί τη διεθνή παράδοση στην παράθεση των όρων της αρχαίας ελληνικής γραμματικής τοποθετώντας παράλληλα με τον όρο της ρωσικής και τον αντίστοιχο της λατινικής, κάτι που υπάρχει σε όλη την ορολογία του βιβλίου. Μέθοδος του βιβλίου είναι η γραμματοκεντρική, προτάσσεται δηλαδή η διδασκαλία της γραμματικής, κάτι που σίγουρα αντιστοιχεί στη διδασκαλία μιας νεκρής γλώσσας, και που ίσως να ενδείκνυται και για τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής και στην Ελλάδα, όπου η γλώσσα μας, αποτελεί εξέλιξη της αρχαίας ελληνικής, κάτι που πραγματικά γίνεται εξάλλου, στη διδασκαλία της ελληνικής στα σχολεία και στα άλλα ιδρύματα. Σκοπό του θέτει τη σύγχρονη γνωριμία της αρχαίας ελληνικής, η οποία δεν μπορεί να παραβλέπει την διεθνή επιστημονική παράδοση, θεωρώντας πως η διδακτική της αρχαίας ελληνικής θα πρέπει να βασίζεται τόσο στην παράδοση, όσο και στα σύγχρονα επιτεύγματα της κλασικής φιλολογίας.

Ένα αντίστοιχο εγχειρίδιο θα μπορούσε να φανεί ωφέλιμο και στην ελληνική πραγματικότητα για τη διδασκαλία στα πειραματικά Λύκεια ή για τη διδασκαλία της αρχαίας ελληνικής σε μη κλασικά Τμήματα Φιλολογικών ή Ανθρωπιστικών Σπουδών, στον βαθμό που θα θεωρηθεί πως η Αρχαία Ελληνική μπορεί ακόμα να προσφέρει κάτι άμεσα στον έλληνα επιστήμονα.

«Marina Slaviatinskaya, «Εγχειρίδιο διδασκαλίας της αρχαίας ελληνικής γλώσσας» (Учебник древнегреческого языка),

Μόσχα 2003», σ.435.